Τι σημαίνει το όνομά σας στα Αρχαία Ελληνικά
Γραμμένο απόv.psychogiosεπί 02/04/2024
Αν απορούσατε τι ακριβώς σημαίνει το όνομά σας στα αρχαία Ελληνικά τότε η παρακάτω λίστα θα σας κατατοπίσει.
Αναλυτικά τα ονόματα
Ονόματα ανδρών
- Αγαθοκλής (αγαθός+κλέος) ο έχων καλή φήμη.
- Αγησίλαος ( άγω+λαός) ο ικανός ηγέτης .
- Αθηναγόρας (Αθήναι+αγορά) ο σοφός αγορητής
- Αθηνόδωρος (Αθηνά+δώρο) δώρο της Αθηνάς, ο σοφός.
- Αλέξανδρος (αλέξω:απομακρύνω+ανήρ) ο απωθών τους άνδρες, ο ανδρείος.
- Αλκιβιάδης (αλκή+βία) ο τολμηρότατος.
- Ανδροκλής (ανήρ+κλέος) ο ένδοξος.
- Αριστογένης (άριστος+γένος) ο ευγενής.
- Αριστόβουλος (άριστος+βουλή) ο άριστος σύμβουλος.
- Αριστοκλής (άριστος+κλέος) ο έχων άριστη δόξα.
- Αριστομένης (άριστος+μένος) ο ανδρειότατος.
- Δημοσθένης (δήμος+σθένος) η δύναμη του λαού.
- Διογένης (Ζευς+γένος) ο Θεογένητος
- Διομήδης (Διός+μέδων:άρχων) ο άρχων με θεία δύναμη.
- Επαμεινώνδας (επί+άμεινον) ο προοδευτικός.
- Ετεοκλής (ετεός:αληθής+κλέος) ο έχων αληθινή δόξα.
- Ευαγόρας (ευ+αγορεύω) ο καλός ομιλητής.
- Ευρυβιάδης (ευρύς+βία) ο πολύ αυταρχικός.
- Ευρυσθένης (ευρύς+σθένος) ο καρτερικότατος.
- Θεμιστοκλής (θέμις+κλέος) ο ένδοξος υπερασπιστής του δικαίου.
- Θουκυδίδης (Θεού+κύδος:δόξα) ο δοξάζων τον θεό.
- Θρασύβουλος (θρασύς+βουλεύομαι) ο τολμηρά σκεπτόμενος.
- Ιάσων (ίασις:θεραπεία) ο θεραπευτής.
- Ίων (ίον:άνθος) ο μενεξεδένιος.
- Κίμων (χίμων:χειμών) ο θυελλώδης.
- Κλέαρχος (κλέος+άρχω) ο ένδοξος άρχων.
- Κλεόβουλος (κλέος+βουλή) ο επινοητικότατος.
- Κλεομένης (κλέος+μένος) ο ένδοξος για τη γενναιότητά του.
- Κρίτων (κρίνω) ο ευφυής.
- Λέανδρος (λαός+ανήρ) ο ανδρείος του λαού.
- Μενέλαος (μένος+λαός) η ορμή του λαού.
- Μιλτιάδης (μίλτος:ερυθρά βαφή) ο αιματώδης, ο ανδρείος.
- Νεοκλής (νέος+κλέος) η νέα δόξα.
- Ξενοφών : ο ανδρείος ηγέτης των ξένων
- Οδυσσεύς (οδύσσομαι:διώκομαι) ο διωκόμενος υπό των θεών.
- Ορέστης (όρος+ίσταμαι) ο ορεσίβιος.
- Πάτροκλος (πατρίς+κλέος) η δόξα της πατρίδος
- Περικλής (περί+κλέος) ο ένδοξος
- Πολυδεύκης (πολύ+δεύκος:γλεύκος) ο πολύ γλυκός
- Πύρρος (εκ του πυρρός) ο ξανθοκόκκινος
- Σόλων (πιθανώς από το ρ. σέλλω:σείω) ο διασείσας το παλαιό, ριζοσπάστης
- Σοφοκλής (σοφός+κλέος) ο έχων δόξα σοφού
- Σωκράτης (σώζω+κράτος) ο σωτήρ του κράτους
- Τηλέμαχος (τηλέ: μακριά+μάχομαι) ο αγωνιζόμενος μακράν της πατρίδος
- Τιμολέων (τιμή+λέων) ο ισχυρός ως λέων
- Φαίδων (φως) ο λαμπρός καθ όλα
- Φίλιππος (φιλώ+ίππος) ο αγαπών τους ίππους
- Φοίβος (φάος:φως) ο ακτινοβόλος
- Φρίξος (φρίττω) ο τρομακτικός.
Ονόματα γυναικών
- Αγαθόκλεια (αγαθή+κλέος) η έχουσα καλή φήμη
- Αγαθονίκη (αγαθή+νίκη) η νικήτρια ένδοξης νίκης.
- Aλκηστις (αλκή+εστία) η χάρη της οικογενείας
- Αλκμήνη (αλκή+μήνη:σελήνη) η ακτινοβολούσα.
- Ανδρομάχη (ανήρ+μάχομαι) η πρόμαχος.
- Αριάδνη (άρι:πολύ+αγνή) η αγνότατη
- Αρσινόη (άρσις < αίρω+νους) η υψηλόφρων. Αφροδίτη (αφρός+αναδύω) η αφρογενής, η ωραιοτάτη. Δηϊδάμεια (δήϊος:εχθρός+δαμάζω) η νικήτρια των εχθρών. Διώνη (εκ του Διός) η θεϊκή. Ερατώ (ερώ:αγαπώ) η αξιολάτρευτη, Μούσα Εριφύλη (έρι:πολύ+φύλον) η έξοχη των γυναικών. Ευδοξία (ευ+δόξα) η έχουσα καλή φήμη. Ευνομία (ευ+νέμω:διανέμω) η δίκαιη χορηγός των αγαθών. Ευρυδίκη (ευρύς+δίκη) η πολύ δίκαιη. Ευρύκλεια (ευρύς+κλέος) η πολυένδοξη. Ευτέρπη (ευ+τέρπω) η πολύ ευχάριστη, Μούσα. Ήβη (ήβη:ακμή) η πάντοτε θαλερή, νέα Ηλέκτρα (ηλέκτωρ:ο ακτινοβολών ήλιος) η ακτινοβολούσα από χάρη Ηρώ (Ήρα) η προσωποποίηση της Θεάς Ήρας
- Θάλεια (θάλλω) η δροσερή, η ωραία, Μούσα Θέμις (τίθημι>θεσμός) η θεά του Δικαίου, η άκρως δίκαιη.
- Ιοκάστη (ίον+κάζω:στολίζω) η ωραία ως μενεξές.
- Ιππολύτη (ίππος+λύω) η αρματιλάτις.
- Ίρις (είρω:αγγέλω) η αγγελιοφόρος των θεών.
- Ιφιγένεια (ίφι:ισχυρά+γίγνομαι) η πολύ ισχυρή.
- Καλλιόπη (κάλλος+ωψ:οφθαλμός) η έχουσα ωραία μάτια.
- Καλλιρρόη ( καλώς+ρέω) η δροσερή ως καθαρό νερό.
- Κλειώ (κλέος) Η ένδοξη, Μούσα.
- Κλεονίκη (κλέος+νίκη) η ένδοξη νικήτρια.
- Κλεοπάτρα (κλέος+πάτρη) η δόξα της πατρίδος.
- Λητώ (λανθάνω) η μυστηριώδης.
- Μελπομένη (μέλπω) η ευφραίνουσα με το άσμα της.
- Μυρτώ (μύρτον) η ευχάριστη ως μυρτιά.
- Ναυσικά (ναυς+καίνυμαι:υμνούμαι) η υμνούμενη από τους ναυτικούς.
- Νεφέλη (νέφω:χύνω ύδωρ) η προσφέρουσα ζωογόνον ύδωρ.
- Ξανθίππη η ξανθή ιππεύτρια.
- Πηνελόπη (πήνη:υφάδι+λέπω:εκτυλίσσω) η καλλιτέχνις υφάντρια.
- Πολυξένη (πολύ+ξενία) η πολύ φιλόξενη.
- Πολύμνια (πολύς+ύμνος) η θεία τραγουδίστρια, Μούσα.
- Τερψιχόρη (τέρπω+χορός) η τέρπουσα με το χορό της, Μούσα.
- Φαίδρα (φαιδρός < φως) η φωτεινή, η λάμπουσα από χάρη.
- Φερενίκη (φέρω+νίκη) η νικηφόρος
- Φιλομήλα (φιλώ+μέλος) η φιλόμουσος, η φίλη της αρμονίας.
- Χρυσηϊς (χρυσός) η πολύτιμη, η χρυσαφένεια.
Ονοματοπαίγνια
Α
- Αγαμέμνων: επίμονος
- Αγησίλαος: αρχηγός
- Αδάμ: άνθρωπος
- Αδαμάντιος-ία: διαμαντένιος
- Αίγλη: γοητεία
- Άλκηστη: ικανή
- Αλκιβιάδης: ισχυρός
- Αμαλία: ακούραστη
- Ανδρομάχη: μάχη ανδρός
- Αντιγόνη: απόγονος
- Απόστολος-ία: αγγελιοφόρος
- Ασπασία: χαρούμενη
- Αγνή: σεμνή
- Αντώνης-ία: ο καταγόμενος από τον Ηρακλειδη Άντωνα
- Αθανάσιος-ία: αθάνατος
- Αγαθάγγελος: φέρνει καλές ειδήσεις
- Αρσένιος: αρσενικός
- Αγαθή: αθώα
- Ακύλας: αετός
- Αρχέλαος: αρχηγός του λαού
- Αγάπιος: ανιδιοτελής
- Αλέξιος-ία: προστάτης
- Αρτέμων: αναρτητής
- Ακάκιος: άκακος
- Αναστάσιος: αυτός που σηκώνεται
- Αχίλλειος- Αχιλλέας: θλιμμένος
- Ακυλίνη: αετίνα
- Αφροδίσιος: ο αναφερόμενος στην Αφροδίτη, την ερωτική επιθυμία
- Αριστοκλής: δοξασμένος
- Αιμιλιανός: αντίζηλος
- Αλέξανδρος-α: προστάτης των ανθρώπων
- Άνθιμος: άνθος
- Αριστείδης: άριστος στη μορφή
- Αριάδνη: πάναγνη
- Ανδρόνικος-ίκη: αυτός που νικά τους εχθρούς
- Αριστόβουλος: ο έχων καλή θέληση
- Αργυρώ: ασημένια
- Αικατερίνη: καθαρή
- Ανδρέας: άφοβος
- Αγγελίνα: αγγελάκι
- Αμβρόσιος: άφθαρτος
- Άννα: η έχουσα εύνοια, χάρη
- Απολλώνιος: δυνατός
- Αγλαΐα: η έχουσα ευτυχισμένη ζωή και
- Αγλαΐα: ωραία
- Αναστασία: αναστημένη
- Αγαθοκλής: ο έχων φήμη γενναίου ανδρός
- Αθηνά: Αθηναία
- Αναξαγόρας: άρχοντας του λόγου
- Αναξίμανδρος: κύριος της ομώνυμης του θεού Μάνδρου περιοχής της Μ. Ασίας
- Αναξιμένης: κύριος του πάθους
- Ανάργυρος: ανάργυρος, χωρίς χρήματα
- Ανδροκλής: ένδοξος άνδρας
- Άρης: καταστροφή, κατάρα
- Αρίσταρχος: άριστος άρχοντας
- Αριστοτέλης: ο έχων άριστους σκοπούς
- Αριστοφάνης: ο έχων άριστη όψη
- Αρχίλοχος: πρωτογεννημένος
- Αρχιμήδης: κυρίαρχος της σκέψης
- Αύγουστος: σεβαστός και
- Αύγουστος: οιωνοσκόπος
Β
- Βέρα: αληθινή
- Βιργινία: παρθένος
- Βύρων: στάβλος
- Βασίλειος-ική : βασιλιάς-ισσα
- Βουκόλος: βοσκός βοδιών
- Βλάσης: βλαστάρι
- Βαλεντίνος-η: ρωμαλέος
- Βενέδικτος: ευλογημένος
- Βάϊος: βάγια
- Βαρνάβας: υιός παράκλησης
- Βερονίκη: αληθινή νίκη
- Βίκτωρ-ία: νίκη
- Βαρβάρα: βάρβαρη
- Βαρθολομαίος: γιος του Τολμάι
- Βερέμης: ο ασθενικός, φθίση
- Βιόλα: μενεξές
- Βιολέτα: υποκορ. του Βιόλα
Γ
- Γαλάτεια: ισχυρή
- Γρηγόρης: άγρυπνος
- Γελάσιος: εξαπατημένος
- Γαβριήλ: ο Θεός είναι η ισχύς μου
- Γερόντιος: ώριμος
- Γεώργιος-ία: γεωργός
- Γλυκερία: γλυκός μούστος
- Γεράσιμος: τιμημένος
- Γεθσημανή και Γεσθημανή: ελαιοτριβείο
Δ
- Δαλιδά: ευχαρίστηση
- Δανάη: φαιδρή, χαρούμενη
- Δημοσθένης: τόλμη του δήμου
- Διάνα: Άρτεμις (εγερτήριο σάλπισμα)
- Δομνίκη: κυρία, αρχόντισσα
- Δομνίνη: αρχοντοπούλα
- Δωροθέα: δώρο Θεού
- Δαβίδ: αγαπητός
- Δαμιανός: μικρός
- Διομήδης: σκέψη του Δία
- Διονύσης-ία: Διόνυσος
- Δημήτριος-α: μητέρα γη
- Δαμασκηνός: ο καταγόμενος από τη Δαμασκό
- Δανιήλ: καθαρός
- Δανιήλ: κριτής μου είναι ο Θεός
- Δαίδαλος: περίτεχνα δουλεμένος, κατάστικτος
- Δεσπότης- θηλ. Δέσποινα: ο κύριος του σπιτιού
- Δημόκριτος: κριτής του δήμου
- Δίκαιος: ο συμμορφούμενος προς τους θεσμούς, τις δικανικές αποφάσεις
- Διογένης: γεννημένος από τον Δία
- Διόδωρος: δώρο του Δία
- Δούκας: άγω, οδηγώ
Ε
- Έκτωρ: κάτοχος
- Ελεονώρα: ξένη
- Έλλη: Ελληνίς
- Επαμεινώνδας: ο ισχυρότερος
- Ερασμία: αξιαγάπητη
- Ερρίκος: για πάντα δυνατός
- Εύα: η μητέρα των ζωντανών
- Ευστράτιος: καλός στρατιώτης
- Ευθύμιος: πρόσχαρος
- Ευσέβιος: θεοσεβής
- Ευστάθιος-ία : ακλόνητος, σταθερός
- Ευδοκία: καλή διάθεση
- Ευθαλία: ανθισμένη
- Ευτρόπιος: προετοιμασμένος
- Ευάγγελος-ία: ο φέρων καλές ειδήσεις
- Ευβούλη: συνετή
- Ευτύχιος-ία: καλότυχος
- Ελισάβετ: αφθονία
- Ειρήνη: φιλήσυχη
- Επιφάνιος: επιφανής
- Ελένη: λαμπάδα
- Ελισ(σ)αίος: αυτός που ελίσσεται
- Ευδόκιμος: επιτυχημένος
- Ειρηναίος: ειρηνικός
- Ερμιόνη: η καταγόμενη από την ομώνυμη πόλη
- Ευανθία: λουλουδιασμένη
- Ευφημία: η έχουσα καλή φήμη
- Ευφροσύνη: χαρούμενη
- Ερωτηίς: ερωτιάρα
- Ευλάμπιος-ία: λαμπερός
- Επιστήμη: αυτή που γνωρίζει τα πάντα
- Ελευθέριος-ία: ελευθερωτής
- Ευγένιος-ία: από καλή γενιά
- Ειλείθυα: έρχομαι, φέρνω
- Ελπίδα: αναμένω, ελπίζω
- Ερμής: πιθανόν έρμα= σωρός λίθων
- Έρση: έρση, δροσιά
- Ευρυδίκη: ευρύς και δίκη
- Ευρώπη: πιθανόν ωπός, ανοιχτομάτης
- Εμπεδοκλής: ο έχων έμπεδον κλέος, σταθερή δόξα, ο μόνιμα ένδοξος
Ζ
- Ζήνων: Ζευς
- Ζαχαρίας: αυτός που θυμάται
- Ζηνοβία: αυτή που ζει τη ζωή
Η
- Ήβη: ισχύς
- Ηρώ: Ήρα
- Ηρωδίων: ήρωας
- Ηρώδης: ήρωας
- Ηράκλειος: ο πολύ δυνατός
- Ηλίας: είναι ο Θεός μου
- Ηλέκτρα: λαμπρή, φωτεινή
- Ησαΐας: σωτηρία του Θεού
- Ησίοδος: ρίχνω, εκτοξεύω φωνή, ωδή
- Ηρόδοτος: Ήρα και δοτός
- Ηώ: χάραμα, αυγή
Θ
- Θαλής-Θάλεια: ανθηρός
- Θεωνάς: κοντά στο Θεό
- Θεοδόσιος-α: ο δοσμένος στο Θεό
- Θεόδωρος-α: δώρο του Θεού
- Θεοφύλακτος: αυτός τον οποίο φυλάει ο Θεός
- Θωμάς: δίδυμος
- Θεολόγος-ία: αυτός που μιλά για το Θεό
- Θεράπων: θεραπευτής
- Θεοδότης: ο Θεός δίνει
- Θεμιστοκλής: δόξα της δικαιοσύνης
- Θεοφάνης: φανέρωση του Θεού
Ι
- Ιωάννης-α: ευνοημένος από το Θεό
- Ιανουάριος: Ιανός
- Ιάσων: θεραπευτής
- Ιουνία: Ιούνιος, Ήρα
- Ιουστίνος: δίκαιος
- Ιλαρίων: χαρωπός
- Ιούδας: παινεμένος
- Ιεζεκιήλ: ο Θεός δυναμώνει
- Ιππόλυτος: αυτός που λύνει τα άλογα
- Ιπποκράτης: αυτός που κρατά τα άλογα
- Ίρις: λυγαριά
- Ιφιγένεια: από ισχυρό γένος
- Ιουλία: Πέμπτη
- Ιωακείμ: ο Θεός σταθεροποιεί
- Ιουλιανός: Ιούλιος
- Ιωνάς: περιστέρι
- Ισσαάκ: γελαστός
- Ιάκωβος: αυτός που υποσκελίζει
- Ιωσήφ-ίνα: πολύτεκνος
- Ιγνάτιος: φωτιά
- Ιερώνυμος: ο φέρων ιερό όνομα
- Ιορδάνης: εκροή
- Ισμαήλ: ο Θεός ακούει
Κ
- Καλλιρρόη: η καλλίρροη, η με άφθονα νερά
- Καλυψώ: αυτή που καλύπτεται
- Κάρολος: δυνατός άντρας
- Κασσάνδρα: αυτή που υπερέχει
- Κίμων: ο έχων σκούρο καφέ χρώμα
- Κλέαρχος: ένδοξος άρχοντας
- Κλειώ: υπόληψη
- Κύρος: κύριος
- Κύριλλος: κύριος
- Κασσιανός-ή: ο φέρων περικεφαλαία
- Κωνσταντίνος-ίνα: σταθερός
- Καλλιόπη: ομορφομάτα
- Καλλίνικος: λαμπρή νίκη
- Κοσμάς: κόσμημα
- Καλλίστρατος: καλός δρόμος
- Κυριάκος-η: ο ανήκων στο Θεό
- Κυπριανός: χάλκινος
- Κλεοπάτρα: η από ένδοξο πατέρα
- Κυβέλη: Κυβήβη, πιθανόν ανατολ. δάνειο
Λ
- Λουκάς: ο καταγόμενος από τη Λουκανία
- Λέων: λιοντάρι
- Λαυρέντιος: δάφνινος
- Λυδία: η καταγόμενη από την αρχαία ομώνυμη χώρα
- Λύδα: γυναίκα
- Λάζαρος: ο Θεός έχει βοηθήσει
- Λουκία: λουκάνικο
- Λουκιανός: φωτεινός
- Λογγίνος: ρήτορας
- Λυκούργος: ο ως λύκος συμπεριφερόμενος
- Λάμπρος: λαμπρός
- Λατίνος: ο καταγόμενος από το Λάτιο
- Λευκή: φωτεινή, λαμπρή
- Λάουρα: δάφνη, δάφνινο στεφάνι
Μ
- Μελπομένη: τραγουδίστρια
- Μενέλαος: αυτός που μένει με το λαό
- Μαλαχίας: μαλακός
- Μάξιμος: μέγιστος
- Μάρκος: φιλοπόλεμος
- Μεθόδιος: μεθοδικός
- Μελέτιος: αυτός που δείχνει ενδιαφέρον
- Μαρίνα: θάλασσα
- Μαρίνος: ο θαλασσινός Μαγδαληνή: από τα Μάγδαλα-Πύργος
- Μάρκελλος-α: υποκ. Άρης
- Μαρία: πικρή, ανυπότακτη
- Μαρκιανός: ο υιοθετημένος
- Μιχάλης: ποιος είναι σαν το Θεό;
- Ματθαίος-ίλδη: δώρο Θεού
- Μηνάς: αυτός που στέλνει μηνύματα
- Μελάνη-Μελανία: μελαχρινή
- Μιράντα: θαυμαστή
- Μυρσίνη: μυρτιά
- Μάγια: όχι πολύς, ανεπαρκής
- Μαντώ: μάντις
- Μερόπη: θνητός άνθρωπος, βροτός
- Μιλτιάδης: κοκκινωπός, στο χρώμα του αίματος
- Μορφέας: μορφή
- Μωυσής: βγαλμένος απ΄ έξω, σωσμένος(απ΄το νερό) (βιβλ. άποψη)
Ν
- Ναϊάς: πηγή, κρήνη
- Νικηφόρος: θέλγει τη νίκη
- Νήφων: νηφάλιος
- Νεφέλη:νέφος, σκότος
- Ναταλία: λουλούδι
- Νικήτας: νικητής
- Νεόφυτος: καινούρια βλάστηση
- Νέστορας: αυτός που επιστρέφει ευτυχής
- Νεκτάριος: γλυκός χυμός
- Νικόλαος: ο χαρίζων στο λαό
- Ναθαναήλ: ο Θεός έχει δώσει
Ξ
- Ξένη: φιλόξενη
- Ξενοφών: ηχεί παράξενα
Ο
- Οδυσσέας: αντικείμενο οργής
- Ορέστης: ορεινός και
- και Ορέστης: ορεινός
- Ορέστης: μετριόφρων
- Ονούφριος: σκεπτικός
- Όλγα: ευτυχισμένη
- Ολυμπιάς: βουνό, Όλυμπος
- Όθων: πλούτη, περιουσία
Π
- Πρισκίλλη: παλιά
- Πάμφιλος: φίλος όλων
- Πολύκαρπος: γόνιμος
- Πηγή: πάγος
- Πατρίκιος: πατέρας
- Παύλος: μικρός
- Πέτρος: λιθάρι
- Προκόπης: προκομμένος
- Παγκράτιος: πανίσχυρος
- Παρασκευάς,ή: προετοιμασία
- Παντελεήμων: τους πάντες ελεεί
- Πρόδρομος: αυτός που προηγείται
- Πελαγία: η πελαγινή, η πελαγίσια
- Πλάτων: ο ευρύστερνος
- Πανδώρα: η έχουσα όλα τα δώρα
- Πάτροκλος: αυτός που έχει ένδοξο πατέρα
- Περικλής: φημισμένος
- Πηνελόπη: είδος πουλιού
- Περσεφόνη: αυτή που προσφέρει αφθονία
- Παυσανίας: αυτός που ανακουφίζει από τη θλίψη
- Περσεύς: καταστροφέας
- Πολυχρόνης: αυτός που ζει πολλά χρόνια
- Πιλάτος: δόρυ, ακόντιο
Ρ
- Ρεβέκκα: παχουλή
- Ρεγγίνα: βασίλισσα
- Ραφαήλ: ο Θεός έχει θεραπεύσει
- Ρωμανός: σφριγηλός
- Ραχήλ: προβατίνα
- Ρήγας: βασιλιάς
Σ
- Σίλβεστρος: ασημένιος
- Συμεών: αυτός που έχει ακούσει το Θεό
- Σαββίνος-α: αναπαυόμενος
- Σεραφείμ: φλεγόμενος άγγελος
- Σίμων-ώνη: αυτός τον οποίο άκουσε ο Θεός
- Σαμψών: ήλιος
- Σίλας: πράος
- Σωτήρης-ία: λυτρωτής
- Σαμουήλ: όνομα του Θεού
- Σαλώμη: ειρήνη
- Σοφοκλής: δοξασμένος, σοφός
- Σταύρος: στύλος
- Σαββάτιος: αναπαυμένος
- Σέργιος: αυτός που του αρέσει ο περίπατος, το σεργιάνι
- Σωκράτης: δυνατός
- Σεβαστιανός-ή: αποσυρόμενος
- Στυλιανός-ή: αστέρι και
- Στυλιανός: στύλος
- Σύλβια: δάσος
- Σάββας: Σάββατο
- Σπυρίδων-ούλα: ο εύπορος, που έχει πολύ σιτάρι
- Στέφανος-ία: στεφανωμένος
- Σίσυφος: πανούργος
Τ
- Τατιανή: αυτή που τακτοποιεί
- Τιμόθεος: τίμα το Θεό
- Τρύφων: φιλήδονος
- Ταράσιος: ταραχοποιός
- Τίμων: τιμημένος
- Τριαντάφυλλος-ιά: ρόδινος
- Τίτος: ο χαίρων σεβασμού
- Τερέζα: από το ελλην. θερίζω δηλώνοντας γονιμότητα και κατ΄ άλλους από το τοπωνύμιο Θήρα
Υ
–
Φ
- Φαίδων: χαρούμενος, γελαστός
- Φωκίων: φώκια
- Φώτης-εινή: φανέρωση του Θεού
- Φλαβιανός: ξανθός
- Φιλοθέη: αγαπά το Θεό
- Φιλήμων: φιλικός
- Φεβρωνία: εξαγνισμένη
- Φλώρα: λουλούδι
- Φανούριος-ία: αυτός που φωτίζει, που φανερώνει
- Φίλιππος: φίλος των αλόγων
- Φαίδρα: λαμπερή
- Φιλάρετος-η: φίλος της αρετής
Χ
- Χαράλαμπος-ία: αυτός που λάμπει από χαρά
- Χρύσανθος-άνθη: χρυσό λουλούδι
- Χριστόφορος: ο φέρων το Χριστό
- Χριστίνα: χρισμένη
- Χαριτίνη: χαριτωμένη
- Χρυσή: μαλαματένια
- Χρήστος-ίνα: ο χρηστός, ο ηθικός
- Χαρίλεια: χάρις-δόξα
- Χαρίλαος: χάρις του λαού
Ψ
–
Ω
- Ωρίων: ώρα, φροντίδα