Καρλ Γιουνγκ: Η λογική από μόνη της δεν επαρκεί
Written by v.psychogios on 04/02/2024
Carl Gustav Jung: «Να το μεγάλο πρόβλημα που έχουμε μπροστά μας σήμερα. Η λογική από μόνη της δεν επαρκεί»
«Ακόμη και αν δεν είμαστε τα όργανα του εγκλήματος, θα είμαστε πάντοτε εν δυνάμει εγκληματίες χάρη στην ανθρώπινη φύση μας».
Δεν υπάρχει λόγος να διατυπώσουμε το καθηκον που επιφόρτισε η εποχή μας σαν ηθική απαίτηση. Καλύτερα να ξεκαθαρίσουμε την ψυχολογική κατάσταση του κόσμου, ώστε να μπορεί αν τη δει ακόμα και ένας μύωπας και να δώσουμε υπόσταση σε λέξεις και ιδέες για να μπορεί να ακούει ακόμη και ο βαρήκοος.
Μπορούμε να ελπίζουμε σε ανθρώπους με καλή θέληση και κατανόηση, οπότε δεν πρέπει να δυσανασχετούμε από τις επαναλήψεις αυτών των απαραίτητων σκέψεων και αντιλήψεων.
Κύριο μέλημά μου είναι να τραβήξω την προσοχή του αναγνώστη στην κύρια δυσκολία που θα αντιμετωπίσει. Ο φόβος που τα δικτατορικά κράτη γέμισαν τελευταία τον άνθρωπο, δεν είναι τίποτε λιγότερο από το αποκορύφωμα όλων των φρικαλεοτήτων για τις οποίες ενοχοποιήθηκαν οι πρόγονοι μας στο κοντινό παρελθόν. Ξέχωρα από τις βαρβαρότητες και τα λουτρά αίματος που διαπράχθηκαν από τα χριστιανικά έθνη σε όλη την ευρωπαϊκή ιστορία, ο Ευρωπαίος πρέπει να δώσει λόγο και για όλα τα εγκλήματα που διέπραξε στους έγχρωμους λαούς κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας.
Με βάση αυτά τα γεγονότα, ο λευκός κουβαλάει στις πλάτες του ένα βαρύ φορτίο. Μας δείχνει μια εικόνα της κοινής ανθρώπινης σκιάς που δύσκολα θα μπορούσε να αποδοθεί με πιο μαύρα χρώματα. Το κακό που διαφαίνεται στον άνθρωπο και που αναμφίβολα κατοικεί μέσα του έχει γιγαντιαίες διαστάσεις, ώστε τα λόγια της Εκκλησίας για το προπατορικό αμάρτημα και η αναγωγή του στη σχετικά αθώα παρέκκλιση του Αδάμ και της Εύας, να είναι σχεδόν ευφημισμός. Η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη και έχει πρόστυχα υποτιμηθεί.
Επειδή αποτελεί παγκόσμιο πιστεύω ότι ο άνθρωπος είναι μόνο όσα γνωρίζει η συνείδηση του, θεωρεί τον εαυτό του άκακο, προσθέτοντας έτσι στην κακοήθεια και την ηλιθιότητα. Δεν αρνείται τα όσα έχουν συμβεί και εξακολουθούν να συμβαίνουν, αλλά είναι πάντα οι «άλλοι» που τα κάνουν. Και όταν αυτές οι πράξεις απομακρύνονται στο παρελθόν, γρήγορα και βολικά, βυθίζονται στη θάλασσα της λησμονιάς, και επανέρχεται η κατάσταση μιας χρόνιας και ακαθόριστης δυσφορίας που περιγράφουμε σαν «κανονικότητα». Τίποτε δεν εξαφανίστηκε και τίποτε καλό δεν έγινε. Το κακό, η ενοχή, η βαθιά συνειδησιακή ανησυχία και η μεταμφιεσμένη προδοσία βρίσκονται μπροστά μας αρκεί να μπορούμε να τα δούμε. Ο άνθρωπος τα δημιούργησε.
Είμαι άνθρωπος και μοιράζομαι την ανθρώπινη φύση.
Για αυτό είμαι ένοχος μαζί με τους υπόλοιπους και φέρω μέσα μου αναλλοίωτη και ανεξίτηλη την ικανότητα και την τάση να τα επαναλάβω όποτε θελήσω. Ακόμη και αν δεν είμαστε τα όργανα του εγκλήματος, θα είμαστε πάντοτε εν δυνάμει εγκληματίες χάρη στην ανθρώπινη φύση μας. Στην πραγματικότητα μας λείπει μάλλον η κατάλληλη ευκαιρία για να χαθούμε σε μια κολασμένη συμπλοκή. Κανείς δε βρίσκεται έξω από τη μαύρη συλλογική σκιά της ανθρωπότητας.
Το αν το έγκλημα διαπράχθηκε σε προηγούμενες γενιές ή συντελείται σήμερα, παραμένει ένα σύμπτωμα της πανταχού παρούσας προδιάθεσης και για αυτό καλά θα έκανε κανείς να «σκέφτεται πότε-πότε το κακό», γιατί μόνο ο βλάκας αρνείται μόνιμα τις συνθήκες της ίδιας του της ύπαρξης. Αλήθεια, αυτή η άρνηση είναι ο καλύτερος τρόπος για να γίνει κάποιος όργανο του κακού. Η πραότητα και η αφέλεια βοηθάνε τόσο, όσο και κάποιον που πάσχει από χολέρα. Τουναντίον κατευθύνουν στον «άλλο» την προβολή του μη αναγνωρισμένου κακού. Αυτό δυναμώνει τη θέση του αντίπαλου, επειδή η προβολή μεταφέρει στην άλλη πλευρά το φόβο που αθέλητα και μυστικά αισθανόμαστε για το δικό μας κακό και αυξάνει αξιόλογα την απειλή του.
Αν δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη συνειδητοποίηση πως το κακό, χωρίς να το έχουμε διαλέξει, φωλιάζει στην ψυχή μας, τότε το φέρνουμε στην επιφάνεια σαν ίσο και αντίθετο σύντροφο του καλού. Αυτή η συνειδητοποίηση οδηγεί σε ένα ψυχολογικό δυαδισμό που προϋπήρχε ασυνείδητα στο σχίσμα του πολιτικού κόσμου και στην ακόμη πιο ασυνείδητη διάσπαση του ίδιου του σύγχρονου ανθρώπου. Ο διαχωρισμός δεν προέρχεται από αυτή τη γνώση. Είμαστε διασπασμένοι από την αρχή. Είναι ανυπόφορη η σκέψη πως πρέπει να αναλάβουμε τις προσωπικές ευθύνες όλης αυτής της ενοχής. Για αυτό, προτιμάμε να αντικαθιστούμε το κακό με εγκληματίες ή ομάδες εγκληματιών, ενώ «νίπτουμε τας χείρας μας» στην αθωότητα και την άγνοια της γενικής ροπής προς το κακό.
Αναλογιζόμενοι οτι το σύγχρονο κακό επισκιάζει το καθετί που βασανίζει συνεχώς το ανθρώπινο γένος, πρέπει να αναρωτηθεί πώς συμβαίνει και παρ’ όλη την πρόοδο μας στην απονομή δικαιοσύνης, την ιατρική και την τεχνολογία, παρ’ όλη την ενασχόληση μας με την ζωή και την υγεία, έχουν εφευρεθεί τερατώδεις καταστροφικές μηχανές που μπορούν εύκολα να εξολοθρεύσουν το ανθρώπινο είδος.
Δεν είναι αλήθεια πως ο σημερινός άνθρωπος είναι ικανός για μεγαλύτερα κακά από τον αρχαίο ή τον πρωτόγονο άνθρωπο. Μάλλον διαθέτει αποτελεσματικότερα μέσα για να συνειδητοποιήσει τη ροπή του προς το κακό. Καθώς η συνείδηση του πλάτυνε και διαφοροποιήθηκε, η ηθική του φύση εγκαταλείφθηκε. Να το μεγάλο πρόβλημα που έχουμε μπροστά μας σήμερα. Η λογική από μόνη της δεν επαρκεί.
Ο φόβος της παγκόσμιας καταστροφής μπορεί να μας γλιτώσει από το χειρότερο, αλλά η πιθανότητα της θα κρέμεται πάνω από τα κεφάλια μας σαν σκοτεινό σύννεφο, όσο δεν θα υπάρχει κάτι που να γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στον παγκόσμιο ψυχικό και πολιτικό διαχωρισμό. Αν γινόταν παγκόσμια συνείδηση πώς κάθε διαχωρισμός και ανταγωνισμός οφείλεται στο διαχωρισμό των ψυχικών αντιθέτων, θα γνωρίζαμε που να επιτεθούμε. Όμως, αν παραμείνουν τόσο ασυνείδητα και παραγνωρισμένα, θα εξακολουθούν να συσσωρεύονται και να παράγουν ανεξέλεγκτες ομάδες και κινήματα με αμφισβητούμενους στόχους.
Κάθε άμεση προσπάθεια συνειδητοποίησης δεν είναι παρά μόνο «διαμάχη της συνείδησης με τον ίσκιο της» μεγεθυμένη από την ψευδαίσθηση του αληθινού αγώνα. Ο αποφασιστικός παράγοντας βρίσκεται στο κάθε ξεχωριστό άτομο που δε βρίσκει λύση για το δυαδισμό του.
Απόσπασμα από το βιβλίο Ανεξερεύνητος Εαυτός, εκδόσεις Ιάμβλιχος.
Ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ (26 Ιουλίου 1875 – 6 Ιουνίου 1961), ήταν Ελβετός γιατρός και ψυχολόγος. Υπήρξε ο εισηγητής της σχολής της αναλυτικής ψυχολογίας. Από τα 20 του χρόνια είχε αρχίσει να συνειδητοποιεί ότι αιτία των περισσοτέρων ψυχικών νοσημάτων ήταν τα «συμπλέγματα σκέψεων» που μένουν ανέκφραστα στο υποσυνείδητο του ασθενή. Κάθε τέτοιο σύμπλεγμα σκέψεων, το ονόμασε «complex», μια λέξη που σήμερα χρησιμοποιείται από όλους τους λαούς. Από το 1911 ήταν ιδρυτής και πρόεδρος της Παγκόσμιας Ψυχαναλυτικής Κοινωνίας, όμως το 1914 παραιτήθηκε για να μπορέσει να εξελίξει τις δικές του θεωρίες, που αργότερα ονόμασε «Ψυχολογία του Βάθους».