Έχεις γνωρίσει ποτέ άνθρωπο να έχει θάψει το παιδί του;
Written by v.psychogios on 29/01/2025
Έχεις γνωρίσει ποτέ άνθρωπο να έχει θάψει το παιδί του;
Θυμάμαι ήμουν στην Α΄ Γυμνασίου, είχα ιδιαίτερη σχέση με την γιαγιά μου, ήταν η δεύτερη μάνα μου. Το σπίτι της ήταν σαν πατρικό μου. Η αγαπημένη μου παιδική ανάμνηση ήταν να τελειώνω το φροντιστήριο την Παρασκευή το βράδυ και να ανεβαίνω στο χωριό να κοιμηθώ εκεί. Δεν έχω γευτεί μεγαλύτερη χαρά στην ζωή μου από όταν ήμουν παιδί κι άνοιγα την αυλόπορτα, όταν κατέβαινα την κατηφόρα μετά για το σπίτι της. Η κόρη της, η αδερφή της μαμάς μου, μερικά χρόνια πριν είχε διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού. Είχε αργήσει πολύ να το βρει. Ο καρκίνος είχε ξεφύγει πια στα πνευμόνια και με μια φοβερή επίθεση έκανε μεταστάσεις σε όλο το υπόλοιπο σώμα. Πάλεψε σαν άγριο θηρίο η θεία μου, τον τελευταίο καιρό της έδιναν μορφίνη για να αντέξει τον πόνο. Έφυγε στις αρχές των 40 αφήνοντας πίσω ένα παιδί που μόλις είχε δώσει πανελλήνιες.
Έχεις γνωρίσει ποτέ άνθρωπο να έχει θάψει το παιδί του;
Δεν θα ξεχάσω ποτέ το πρώτο τηλέφωνο με τους παππούδες μου μετά τον θάνατο της θείας μου. Δεν είχα μιλήσει ποτέ ξανά με άνθρωπο που είχε χάσει το παιδί του. Η φωνή τους ήταν ρομποτική και ψυχρή, τα λόγια τους αν και παρηγορητικά ήταν μπερδεμένα και κοφτά, ήταν κεραυνοβολημένοι, απόμακροι, χαμένοι. Είχαν πάρει ένα σωρό ηρεμιστικά. Καμία χημεία, όμως, δε μπορεί να ανακόψει το δάκρυ του γονιού που κηδεύει το παιδί του. Δεν έχει βρεθεί φάρμακο να νικήσει τέτοιο πόνο. Στην κηδεία δεν πήγα, ήθελαν οι γονείς μου να με προστατεύσουν. Ξέρω ότι εκεί κατέρρευσαν. Έβλεπαν το παιδί τους για τελευταία φορά, το παιδί που του φορούσαν τις πάνες, που του πήραν το πρώτο του παιχνίδι, που τους είπε πρώτη φορά μαμά και μπαμπά, που γύριζε με γρατζουνιές από το σχολείο τώρα θα ήταν μόνο μια ανάμνηση, θα ήταν μόνο ένα μνήμα, μια ηλικία, μια φωτογραφία.
Έχεις γνωρίσει ποτέ άνθρωπο να έχει θάψει το παιδί του;
Οι επισκέψεις μου στο σπίτι της γιαγιάς δε θα ήταν ποτέ ξανά ίδιες. Το σπίτι δεν είχε πια χαρά. Η ατμόσφαιρα θα ήταν πάντα βαριά, πηχτή, σκοτεινή. Είχαν σταματήσει πια κι οι εμβληματικοί τους καυγάδες. Οι δυο γονείς ζούσαν μόνοι τους στο πένθος. Ζωντανοί νεκροί. Μόνο τα διαδικαστικά φρόντιζαν, λίγο ζεστό φαγητό, οι λογαριασμοί πληρωμένοι, ένα φίλεμα στο ψυγείο για το εγγόνι. Το περιβολάκι της, η περηφάνια της γιαγιάς, είχε πια χορταριάσει, η κληματαριά του παππού είχε πιάσει όλη την αυλή, τα σταφύλια σάπιζαν στο τσιμέντο. Ακόμα κι οι αγαπημένες της γάτες δεν έρχονταν πια.
Φρόντιζαν να μην κλαίνε μπροστά μου, δε μιλούσαν για αυτό το θέμα. Όμως κάθε βράδυ η γιαγιά εξαφανιζόταν για περίπου 1 ώρα. Αθόρυβα, διακριτικά. Για καιρό δεν την έπαιρνα χαμπάρι. Μια φορά αποφάσισα να την ακολουθήσω. Την πέτυχα στην άκρη του ετοιμόρροπου μπαλκονιού, σχεδόν κρεμασμένη. Κοίταζε προς τη μεριά του νεκροταφείου. Είχε καταρρεύσει, μιλούσε στο παιδί της κι έκλαιγε, ούρλιαζε σα λύκαινα. Είχε νιώσει πολύ αμήχανα που την είχα δει, με είχε πάρει αγκαλιά και μου εξήγησε ότι αυτό είναι το μόνο που της είχε μείνει από το παιδί της. Η μόνη επικοινωνία.
Έχεις γνωρίσει ποτέ άνθρωπο να έχει θάψει το παιδί του;
Δεν άντεξε πολύ καιρό η γιαγιά. Ένα μεσημέρι με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν ότι την βρήκαν πεσμένη στην κουζινίτσα της. Η καρέκλα από πάνω της, τα χάπια κομμένα στο τραπέζι, αυτή χωρίς τις αισθήσεις της, η τηλεόραση να παίζει από μακριά. Εγκεφαλικό είπαν. Σε λίγο ήταν να μετρήσει την πίεσή της. Δεν πρόλαβε. Η συναισθηματική φόρτιση του τελευταίου καιρού νίκησε το έτσι κι αλλιώς γερασμένο και κουρασμένο κορμί της, όχι τόσο ώστε να την ανακουφίσει όμως. Όταν την είδα στο νοσοκομείο είχα φρικάρει. Δεν είχε καμία επαφή με το περιβάλλον, δε με αναγνώρισε, δε μπορούσε να μιλήσει. Πόσα χιλιόμετρα είναι το Κόρινθος Κιάτο; Ε τόσα χιλιόμετρα σπάραζα στο κλάμα.
Για έναν χρόνο θα ήταν στο κρεβάτι, το τελευταίο στάδιο του μαρτυρίου. Είχε αφήσει πολλές υπόνοιες ότι είχε αναλαμπές, ότι κάπου καταλάβαινε, ότι κάτι θυμόταν. Όταν μας έβλεπε στις γιορτές έκλαιγε σαν παιδί, προσπαθούσε να μας αγκαλιάσει κι ύστερα βυθιζόταν ξανά στο μεγάλο της ύπνο. Ένιωθα ότι σε αυτήν την κατάσταση, στη γκρίζα ζώνη της ζωής και του θανάτου, εκεί που όλα είναι θολά και το τείχος της άτεγκτης αλήθειας των αισθήσεων και της γνωσιακής επεξεργασίας ήταν γεμάτο τρύπες και κενά θα μπορούσε να είναι ξανά με το παιδί της, να του μιλάει, να το βλέπει, να το παίρνει ξανά αγκαλιά και να βυθίζονται μαζί σε ένα μεγάλο όνειρο.
Έχεις γνωρίσει ποτέ άνθρωπο να έχει θάψει το παιδί του;
Όταν πέθανε η γιαγιά μου είχε ξανά το πιο ήρεμο πρόσωπο. Θυμάμαι να την βλέπω στο φέρετρο και να αναγαλλιάζει με έναν τρόπο περίεργο, σχεδόν ενοχικό, η καρδιά μου. Είχα να δω το πρόσωπό της τόσο γλυκό κι ήρεμο από τότε που ήμουν στο Δημοτικό κι ερχόμουν να την βρω για να παίξω. Ήταν πια στην ίδια γη με την κόρη της. Ήταν πια γαλήνια, είχε αποκατασταθεί η δικαιοσύνη.
Είναι ίσως οι πιο σκληρές λέξεις που έχω πει ποτέ, αλλά φοβάμαι ότι μόνο ο θάνατος μπορεί να αποκαταστήσει πλήρως την δικαιοσύνη και την γαλήνη στην καρδιά ενός γονιού που έχει χάσει το παιδί του.
Είναι μια κατάρα που δε θα έδινα ποτέ ούτε στον χειρότερο εχθρό μου.
Έχεις γνωρίσει ποτέ άνθρωπο να έχει θάψει το παιδί του Γρηγόρη Ψαριανέ;