Current track

Title

Artist


«Εγώ και ο lifecoach μου» – Το πρόβλημα με τους δήθεν «Ψυχολόγους»

Written by on 05/09/2025

Από το tovima.gr / Μιχαέλα Μαρία Δεριζιώτη

Αυξάνονται τα τελευταία χρόνια οι φοιτητές και οι φοιτήτριες που αναζητούν βοήθεια απέναντι στην πίεση ενός νέου περιβάλλοντος – Οι μαρτυρίες των νέων, ο ρόλος των social media και οι προειδοποιήσεις των ειδικών
«Ξυπνάω κάθε πρωί με ένα βάρος. Δεν αφορά μόνο τα μαθήματα. Δεν ξέρω αν είναι άγχος, κούραση, μοναξιά ή απλώς φόβος για το μέλλον…». Η Δάφνη είναι 22 ετών. Σπουδάζει στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου. Συνειδητοποίησε ότι χρειάζεται την καθοδήγηση ενός ψυχολόγου λίγο μετά την ένταξή της στο πανεπιστήμιο. Κάποιοι βέβαια την πειράζουν ακόμη ότι άργησε πολύ!
Η νέα πραγματικότητα άλλωστε είναι ήδη εδώ: Ενας μεγάλος αριθμός συμφοιτητών και συμφοιτητριών της στο ίδιο αλλά και σε άλλα ανώτατα ιδρύματα της χώρας δεν κάνουν πλέον καμία κίνηση αν δεν ρωτήσουν πριν τον life coach ή τον ψυχολόγο τους…
Την ίδια τάση επιβεβαιώνει και η Λίζα Τσαλίκη, καθηγήτρια και πρόεδρος του Τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών. «Είναι αλήθεια ότι όλο και περισσότεροι νέοι χρειάζονται έναν ειδικό, έναν life coach, προκειμένου να τους δώσει τις απαραίτητες συμβουλές για το λεγόμενο “well-being”» λέει στο «Βήμα».
«Αυτή είναι η κουλτούρα του νεοφιλελευθερισμού. Ολοι πια το θεωρούν απολύτως κανονικό. Είναι δύσκολο για κάποιον που είναι 18, 20, 22 χρόνων να πάει κόντρα σε αυτή την κουλτούρα όταν όλοι γύρω του όλα αυτά τα χρόνια το συζητούν και το αποδέχονται σαν μια κανονικότητα».
Η ανάγκη πίσω από την τάση
Γιατί όμως χρειάζονται τόσοι φοιτητές τις υπηρεσίες ενός life coach ή τον… καναπέ του ψυχολόγου; Είναι η πίεση και οι απαιτήσεις της εποχής; Είναι η έλλειψη καθοδήγησης και κανόνων από την πλευρά της οικογένειας; Είναι η χαλάρωση του κοινωνικού πλέγματος, η αστάθεια και η έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς;
Το δεδομένο είναι ότι για πολλούς νέους σήμερα η περίοδος των πρώτων ετών στο πανεπιστήμιο – που στο παρελθόν έμοιαζε ως μια περίοδος ανεμελιάς και ευχάριστης αναζήτησης των πρώτων κεφαλαίων της γνώσης – σήμερα κυριαρχείται από το άγχος, την πίεση, τη μοναξιά, ακόμα και τα υπαρξιακά διλήμματα.
Και κάπου εκεί, ανάμεσα στα έδρανα και τα μεταμεσονύκτια φοιτητικά πάρτι, ξεκινούν οι έντονες ανησυχίες, οι κρίσεις πανικού και η ανάγκη να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό. Η ανάγκη να νιώσουν δυνατοί.
«Ο όρος “ψυχολόγος” στην αρχή με φόβιζε. Θεωρούσα πως εάν πάω σημαίνει ότι έχω κάτι σοβαρό. Ετσι έλεγε και ο μπαμπάς μου» λέει ο Γιώργος, φοιτητής τρίτου έτους στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. «Αν και κατανοούσα ότι έχει μεγαλώσει σε μια εντελώς διαφορετική γενιά, που δεν υπήρχε η αντίστοιχη στήριξη από εξωγενείς παράγοντες, τα λόγια του με άγχωναν.
Ετσι, κάθε φορά που αποφάσιζα να ζητήσω βοήθεια, επέστρεφαν στο μυαλό μου τα λόγια του: “Καλά, τι το τρομερό νομίζεις ότι έχεις; Δεν είναι προβλήματα αυτά, πού να δεις τι τραβάει ο υπόλοιπος κόσμος”» περιγράφει ο Γιώργος.
«Ισως να μπορούσε να πει κανείς ότι πράγματι είναι ένα λάθος των παλαιότερων γενεών που δεν το γνώριζαν, το θεωρούσαν κάτι ξένο, κάτι υπερβολικό και παράξενο» συμπληρώνει από την πλευρά της η κυρία Τσαλίκη αναφερόμενη στη δυσπιστία που έδειχναν στο θέμα μέχρι πρόσφατα οι γενιές των σημερινών γονέων. «Παλαιότερα», συμπληρώνει, «θεωρούσαν ότι όλα αυτά είναι “αμερικανιές”.
Ωστόσο, το να έχεις σήμερα έναν ψυχολόγο-ψυχοθεραπευτή είναι κάτι φυσιολογικό, είναι μάλιστα τόσο φυσιολογικό που προκαλεί τις νεότερες γενιές να λένε “πώς είναι δυνατόν εσείς οι μεγαλύτεροι να μην το έχετε! Γι’ αυτό έχετε τόσα προβλήματα!”».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Μονάδας Ψυχοκοινωνικής Παρέμβασης του Πανεπιστημίου Αθηνών, κυρίως από την περίοδο της COVID-19 και μετά, παρατηρείται μεγάλη αύξηση της ζήτησης από νέους για ψυχοκοινωνική βοήθεια. Οπως λένε οι εκπρόσωποι της Μονάδας, όλο και περισσότεροι φοιτητές επιθυμούν να βάλουν «σε μια σειρά» τη ζωή τους, τη στιγμή που παράλληλα «εκπαιδεύονται» στη διαχείριση δυσκολιών που συναντούν στην καθημερινότητά τους.
Ανάμεσά τους, ο Γιάννης μιλάει στο «Βήμα» χωρίς να αποκαλύπτει τα στοιχεία του και μιλάει με ειλικρίνεια: «Εχω φθάσει σε σημείο απόγνωσης. Δεν έκανα κακό στον εαυτό μου αλλά ήξερα ότι έχω ξεπεράσει τα όριά μου. Ενιωθα ότι πνίγομαι» λέει χαρακτηριστικά.
Είναι φοιτητής στο τέλος του πρώτου έτους στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. «Βέβαια αυτό δεν είναι μόνιμο» λέει. «Είναι σε συγκεκριμένες περιόδους που δεν έχω μάθει ακόμα να διαχειρίζομαι σωστά. Το προσπαθώ όμως, και πιστεύω ότι θα το καταφέρω. Στην αρχή πίστευα πως δεν χρειαζόμουν βοήθεια, αλλά τελικά μου ήταν απαραίτητη».
Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις των νέων οι οποίοι δεν δέχονται τη συμβουλευτική και τη θεραπεία που χρειάζονται, όπως και εκείνες νέων που δεν έχουν την οικονομική άνεση προκειμένου να ζητήσουν βοήθεια, είτε γιατί δεν θέλουν να το μοιραστούν με τους γονείς τους είτε επειδή και οι ίδιοι οι γονείς τους αδυνατούν να συμβάλουν και να τους ενισχύσουν οικονομικά.
Η Δάφνη συμπληρώνει σχετικά με το τι ήταν αυτό που την ώθησε να ζητήσει βοήθεια. «Ηθελα να τα πω σε κάποιον. Δεν είχα κανέναν εκείνη την περίοδο που να με κάνει να αισθάνομαι ασφαλής».
«Πράγματι, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια σταθερή και ανησυχητική αύξηση στον αριθμό φοιτητών και νέων ενηλίκων που απευθύνονται σε ψυχολόγους, είτε εντός των πανεπιστημίων είτε στον ιδιωτικό τομέα» προσθέτει ο καθηγητής Ψυχολογίας και πρόεδρος της Ελληνικής Ψυχολογικής Εταιρείας Νίκος Μακρής.
«Το περιβάλλον μέσα στο οποίο διαμορφώνεται η ταυτότητα των νέων έχει αλλάξει ριζικά. Η εποχή μας χαρακτηρίζεται από ρευστότητα, αβεβαιότητα και υπερφόρτωση πληροφοριών» συνεχίζει.
«Οι νέοι καλούνται να πάρουν αποφάσεις ζωής μέσα σε ένα πλαίσιο διαρκούς σύγκρισης και κοινωνικής έκθεσης, κυρίως μέσω των κοινωνικών δικτύων. Η πίεση για συνεχή απόδοση, η δυσκολία εύρεσης σταθερού επαγγελματικού προσανατολισμού, η αποδυνάμωση των κοινών αξιών και αφηγήσεων που έδιναν συνοχή και προσανατολισμό στη συλλογική ζωή, καθώς και η συχνή απουσία συναισθηματικής υποστήριξης, συνθέτουν ένα πλαίσιο που εντείνει την εσωτερική σύγχυση και επιβαρύνει την ψυχική ευεξία. Πολλοί φοιτητές νιώθουν ότι ζουν μέσα σε έναν κόσμο χωρίς “σταθερές” – χωρίς ξεκάθαρες προσδοκίες, χωρίς προβλέψιμη πορεία, χωρίς νοηματοδότηση».
Ο κίνδυνος των «μαγικών λύσεων»
Σύμφωνα, βέβαια, με τον ομότιμο καθηγητή Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ιδρυτή και επίτιμο πρόεδρο της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας (ΕΠΑΨΥ) Στέλιο Στυλιανίδη, η απουσία σοβαρού θεσμικού πλαισίου για την πιστοποίηση και την αξιολόγηση των παρόχων υπηρεσιών ψυχικής υγείας δημιουργεί συνθήκες κερδοσκοπικού χάους και κινδύνων για τη δημόσια υγεία σε μια διογκούμενη αγορά.
Οπως αναφέρει, «η κυριαρχία της αναζήτησης γρήγορων και “μαγικών” λύσεων στα social media διευκολύνει το εμπόριο ελπίδας και ανακούφισης μέσω αναρτήσεων και βίντεο από δήθεν ειδικούς που αξιοποιούν την έλλειψη κανόνων για να πουλήσουν εύπεπτες συνταγές ευτυχίας και τεχνικές διαχείρισης ακόμη και δύσκολων ψυχικών καταστάσεων. Μια εσφαλμένη διάγνωση ή η μη διάγνωση μπορεί να επιδεινώσει την ψυχική διαταραχή ή να αποτρέψει μια επιτυχή θεραπευτική έκβαση» εξηγεί στο «Βήμα».
«Οταν ένα πτυχίο από δημόσιο πανεπιστήμιο ή κολέγιο αρκεί για να αποκτήσει κανείς επαγγελματικά δικαιώματα ψυχολόγου και με μια επ’ αμοιβή εκπαίδευση τον τίτλο του θεραπευτή, μπορεί κανείς να αντιληφθεί το μέγεθος του κινδύνου για κακές ή διαστροφικές πρακτικές από εμπόρους χωρίς ίχνος ηθικής και δεοντολογίας» συνεχίζει.