Current track

Title

Artist


Τρέχοντας από την παιδική ηλικία και πάλι πίσω

Written by on 27/09/2025

Από το efsyn.gr / ΝΗΣΙΔΕΣ / ΑΝΟΧΥΡΩΤΗ ΠΟΛΗ / Θωμάς Τσαλαπάτης

Οταν ήμουν μικρός, αρκετά μικρός θέλω να πω, θυμάμαι σκεφτόμουν: Τι θα γινόταν άμα έτρεχα, άμα εξακολουθούσα να τρέχω και δεν σταματούσα; Πώς θα αντιδρούσε το σώμα; Και πού θα έφτανα; Οταν ήμουν μικρός, αρκετά μικρός θέλω να πω, σπάνια λαχάνιαζα και ακόμη και όταν αυτό γινόταν, μετά από λίγο -πολύ λίγο- το σώμα μου επανερχόταν γρήγορα στην αρχική του ηρεμία. Και αν δεν σταματούσα να τρέχω; Ναι, για κάποιον λόγο πίστευα πως το σώμα μου θα επανερχόταν από μόνο του και πως δεν θα υπήρχε ανάγκη για παύση, θα σταματούσα μόνο όταν η θέλησή μου μου το πρότεινε, θα μπορούσα να τρέχω για πάντα.
Τι θα γινόταν αν όλη μου η ζωή γινόταν ένας μαραθώνιος χωρίς προεπινοημένη κατάληξη, χωρίς συμφωνημένο στόχο; Απλά να τρέχεις, να νιώθεις το κάψιμο των μυών, το βάρος του βαδίσματός σου -ένα πόδι κάθε φορά, βήμα το βήμα- να τρέχεις χωρίς να επιθυμείς να φτάσεις κάπου. Και το ίδιο το τρέξιμο θα εμπεριείχε την ξεκούρασή του.
Ηταν η ηλικία που μου έλεγε το σώμα χωρίς ορατά όρια. Γιατί όταν είσαι μικρός -αρκετά μικρός θέλω να πω- το σώμα σου έχει την έκταση του κόσμου, σχεδόν δεν έχει χρόνο, ούτε μια στάλα μέσα του, και μπορεί να συνεχίζει μέχρι εκεί που εσύ θέλεις να συνεχίσεις. Οταν είσαι μικρός όλος ο κόσμος είναι σώμα. Και η ανάσα δαμάζει το λαχάνιασμα και σου λέει πως συνεχίζει, πως μπορεί διαρκώς να συνεχίζει.
Τελικά δεν το επιχείρησα. Χωρίς κάποιον προφανή λόγο. Απλώς δεν έγινε. Ηταν άλλες σκέψεις αυτές που βρήκαν τη θέση τους πρώτα. Αλλες υποχρεώσεις: Μαθήματα και φροντιστήρια, μπάσκετ με φίλους στα διαλείμματα και τα Σαββατοκύριακα. Το σώμα ήταν εκεί. Και -έστω και σιωπηλά- περίμενε την υπόσχεση του ατελείωτου τρεξίματος. Την απόδειξη πως το σώμα, όταν το θέλεις, μπορεί να τρέχει διαρκώς χωρίς σταματημό.
Οταν μεγαλώνεις μαθαίνεις πως οι άνθρωποι δεν τρέχουν. Δεν είναι κάτι που έχει χώρο στην καθημερινότητά τους. Ισως μόνο σπάνια, για να προλάβεις ένα λεωφορείο, για να προλάβεις κάποιον που φεύγει και εσύ έχει ξεχάσει κάτι να του πεις. Είναι μια πράξη στιγμιαία. Γεμάτη ξαφνικό ιδρώτα, απότομο λαχάνιασμα, ακαριαία εξάντληση. Και σε ένα βαθμό χωρίς αξιοπρέπεια.
Από τότε που μεγάλωσα δεν σταματάω να τρέχω. Οχι με το ίδιο τρόπο. Κυρίως στατικός. Παραμένοντας εδώ. Πηγαίνοντας από τη μία δουλειά προς την άλλη, από την μια άχαρη αποστολή στην επόμενη. Χωρίς το κάψιμο αυτό στους μυς, χωρίς το βάρος του βαδίσματος. Και χωρίς την αίσθηση της συνέχειας που σου χαρίζει μια -έστω και μη προαποφασισμένη- διαδρομή. Εδώ το τρέξιμο είναι αποσπασματικό. Τόσο που δεν καταλαβαίνεις καν πως συμβαίνει. Ισως μόνο όταν σταματάς τη νύχτα και σκέφτεσαι. Και όσα έκανες το πρωί σού μοιάζουν μίλια και μέρες μακριά. Και το σώμα τώρα είναι γεμάτο χρόνο. Απειρα δευτερόλεπτα αυλακώνουν πάνω του ρυτίδες, φυτεύουν μικρούς πόνους που δεν βγάζουν νόημα, απρόσμενες υπενθυμίσεις του σώματος, διατυπωμένα όρια. Γεμάτο χρόνο, το σώμα τρέχει στον χρόνο, τον μετράει, τον επιμερίζει. Και σου υπενθυμίζει πως -αντίθετα από εκείνη την υποθετική ατελείωτη έκταση που θα έτρεχες μικρός- εδώ όλα τελειώνουν. Και το σώμα είναι ο χρόνος που σου έχει απομείνει.