Τέλλος Άγρας: Το μάθημα της υπομονής
Written by v.psychogios on 18/11/2024
Ο Τέλλος Άγρας
Από το in.gr / Βαγγέλης Στεργιόπουλος
Από τη ζωή στο έργο
[…]
Ένα βιβλίο αγάπης είνε και το τελευταίο βιβλίο του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, ο πέμπτος τόμος των προσώπων και των κειμένων. Κάτι περισσότερο. Ένας άνθρωπος αποχαιρετά τη νειότη του, τους συντρόφους της νειότης του, τους πάει λουλούδια στον τάφο τους. Θέλει να μιλήσει στους άλλους ανθρώπους, να τους πει για τη στέρηση και για την πίκρα, και για τη φειδωλευμένη χαρά και για τη σπαταλημένη ελπίδα. Ο λόγος είνε για τον Καρυωτάκη και για τον Τέλλο Άγρα. Λέμε τα δυο αυτά ονόματα κι’ ο νους μας αμέσως πάει στην πιο λυπητερή, στην πιο σπαραχτική περιοχή της πνευματικής μας ζωής. Ο κ. Παναγιωτόπουλος δε θέλει απλώς να κρίνει το έργο των χαμένων συντρόφων του. Θέλει με ζεστά δάχτυλα να αγγίσει το ζεστό σώμα, να ψαύσει τη ζωή τους.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 27.2.1949, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Έτσι μας πάει πίσω, στα πρώτα χρόνια, στα πρώτα βήματα, όταν όλα γύρω είνε δύσκολα και εχθρικά, όταν το ψωμί είνε λιγοστό και η φτώχεια είνε πολλή· όταν στο πατρικό σπίτι είνε άρρωστοι γονοί και αδερφάδες που περιμένουνε· όταν όλα είνε επιθυμίες μόνο και πόθος φλογερός: να κατακτηθεί η ζωή, να κατακτηθεί η γυναίκα, να κατακτηθεί η δόξα! Διαβάζουμε όσα γράφει ο βιογράφος και ο κριτικός του Τέλλου Άγρα για τη νειότη του και σκεπτόμαστε πως, έξω από ελάχιστες καλότυχες εξαιρέσεις, τέτοια στάθηκε η μοίρα σχεδόν όλων όσοι αφιερώθηκαν στα ελληνικά γράμματα: να υποφέρουνε. Και γύρω τους εχθρικά να καρτερεί πάντα, σωπαίνοντας, η ερημιά. Πόσοι μπόρεσαν ως το τέλος να υπάρξουνε, να σπάσουνε το τείχος; Στο τέλος κάθε γενιάς, στην ώρα του απολογισμού, θα μετρηθούνε οι νικητές στα δάχτυλα. Αυτοί που επιτέλους στάθηκαν άξιοι να υπάρξουν, βιοπαλαίοντας με αρετή και με τιμιότητα, να στήσουν ένα σπιτικό, να αφήσουν ένα έργο. Μπορεί να είνε αυτοί οι νικητές. Μα κι’ οι άλλοι θα μείνουν πάντα κοντά μας: όσοι δεν άνθεξαν, όσοι δεν τελείωσαν τίποτα, όσοι δεν μπόρεσαν να χτυπηθούνε και να την καταβάλουνε την ερημιά και την απόγνωση. Θα μείνουν στη φαμίλια μας και στην καρδιά μας, πρόσωπα πάντα πολυαγαπημένα και ζεστά, ακριβώς γιατί έμειναν στο δρόμο και χάθηκαν σαν πολυπικραμένα παιδιά.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 27.2.1949, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
«Περιώρισα στη ζωή μου τα πάντα» γράφει ο Τέλλος Άγρας σ’ ένα σπαραχτικό του γράμμα που το δημοσιεύει ο κ. Παναγιωτόπουλος. «Δεν επιθυμώ τίποτα, ούτε έχω καμιάν απόλαυση πολυέξοδη, ούτε καν δαπανηρή. Δεν με μέλλει ακόμη ούτε στο ζήτημα της περιβολής μου. Καμιά φιλοδοξία, καμιά δίψα κτήσεως». Και πιο κάτω: «Ξαναλέγω και πάλι: οι υλικές μου απαιτήσεις απ’ τη ζωή είνε μηδαμινές. Τα έξοδα του φαγητού μου είνε ελάχιστα. Δεν θα πανδρευθώ. Δεν θα έχω σπίτι, ούτε παιδιά. Εάν είχα ελεύθερο τον καιρό μου, εάν ημπορούσα να προκαλέσω και να κυνηγήσω μια συγκίνηση με όλους τους δυνατούς και τους φθαρτικούς ακόμη τρόπους, και επιτέλους να την αποτυπώσω καρφωμένην απάνω στο χαρτί, τότε αληθινά θα έβαζα τον εαυτό μου στη διάθεση του κόσμου: η μοναδική μου επιθυμία δε θα ήταν άλλη παρά να δώσω στους ομοίους μου τις υπέρτατες συγκινήσεις, καίοντας κυριολεκτικώς τον εαυτό μου μέσα σ’ αυτές, και κρατώντας για απόλαυσή μου το γλυκό και τρομερό θαύμα τού να γίνω όργανό τους. Δεν ημπορείς να φαντασθείς με πόσο πάθος θα εδινόμουν και πόσο αυτό θα εσυντόμευε τη ζωή μου. Αλλά θ’ άφηνα ―ω, είμαι βέβαιος― σελίδες δημιουργικές που θα έφερναν δάκρυα και ρίγος, και που θα έκαναν τον αναγνώστη να χλωμιάζει ωσάν από χημικήν επίδραση…»
Αυτή τη νειότη, αυτή τη λυπητερή περιοχή της πνευματικής μας ζωής ανασκαλεύει ο κ. Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος πριν φθάσει να κρίνει το έργο. Πιστεύει ―και πολύ σωστά― πως τίποτα δε φωτίζει καλύτερα το έργο απ’ τη ζωή, γι’ αυτό και επιμένει να ψάχνει στην περιοχή της. Όμως τι αίσθημα χρειάζεται για να πλησιάσει τη ζωή τού πλησίον του! Αν ήξερε ο καημένος, ο αδικημένος, ο πολυάτυχος Άγρας, αν ήξερε πως θα υπήρχε τουλάχιστο ένα ύστατο εγκώμιο, αυτό που του αφιερώνει ο φίλος του! Δεν το συνθέτουν μεγάλα λόγια. Όπως η ποίηση του ανθρώπου, έτσι και το εγκώμιο του κριτικού του κράτησε τον ελάσσονα τόνο. Αλλά πόση αγάπη! Νομίζω πως εδώ, στην εργασία αυτή, έχουμε τη λαμπρότερη επιβεβαίωση τού τι μπορεί να κάμει ο κριτικός λόγος όταν δεν είνε μονάχα ανάλυση εργαστηρίου, παγερή και ουδέτερη, αλλά φλογερή έκφραση καρδιάς. Ο δρόμος είνε αυτός: από τη ζωή στο έργο. Πρώτα οι ρίζες, το περιβάλλον, το φυσικό του ανθρώπου, και ό,τι είνε πάνω απ’ τη δύναμή μας, το πεπρωμένο. Με τόση διαύγεια έπειτα ν’ αρχίσουν να διαγράφονται: η αναγκαιότητα, αυτή η ποίηση και όχι άλλη, αυτός ο ρυθμός, αυτό το ύφος.
Ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος
«Ένας άνεμος αλητείας», γράφει για τον Τέλλο Άγρα ο Ι. Μ. Π., «πνευματικής και ψυχικής αλητείας, φυσούσε μέσα του. Αγαπούσε το αμάρτημα και την εκτροπή, το ξεστράτισμα και το παράδομα στο ψυχόρμητο της στιγμής, αγαπούσε την ακολασία, ίσως μόνο και μόνο γιατί δεν μπορούσε να της δοθεί κι’ ήταν αναγκασμένος, από σιδερένια ανάγκη κι’ αναπόφυγη, να εγκαρτερεί. Έτσι, ανάμεσα στη νεοελληνική ποίηση του τελευταίου καιρού, μπόρεσε να μείνει ο τυπικός εκπρόσωπος της φθοράς και της παρακμής. Αν η ποίηση κι’ η ζωή είνε αληθινά αξεχώριστα, και πρέπει να είνε, ο Τέλλος Άγρας έζησε με τη φαντασία του την πιο παράδοξη και την πιο έξαλλη περιπέτεια, μα το ήξερε πως δεν το μπορούσε, δεν το μπορούσε, όσο κι’ αν πάσκιζε, αλλιώτικα να τη ζήσει. Και για τούτο ίσια-ίσια αυτός ο ανυπόφερτα ευπαθής, ο αρρωστεμένος κι’ ο καταφρονεμένος, βρήκε το γνήσιο κλίμα του, το κλίμα του γαλλικού συμβολισμού, του λυρικού λόγου που μας άφησαν οι βοημοί του τελευταίου αιώνα».
Ο Ηλίας Βενέζης
Έτσι στο βιβλίο αυτό κρίνεται το έργο, φωτισμένο μέσα απ’ τον άνθρωπο, έτσι ο φίλος αποχαιρετά το φίλο του που χάθηκε. Θα πήτε: Μήπως είνε ν’ ανοίξει σήμερα κανείς και να διαβάσει τους στίχους του χαμένου ποιητή; Ας μην είνε. Το μάθημα της υπομονής ―σημειώνει ο βιογράφος του― το είχε αποστηθίσει τόσο καλά, που θα μπορέσει και τη στιγμή τούτη να υπομείνει ίσαμε που να ξανάβρουν οι άνθρωποι τον ησυχασμένο ρυθμό της ζωής και να διαβάσουν με συγκίνηση ―τότε― σ’ ένα χρυσοκόκκινο φθινοπωρινό φύλλο το ποίημά του.
*Απόσπασμα από κείμενο-φιλολογικό σημείωμα του Ηλία Βενέζη, που έφερε τον τίτλο «Αποχαιρετισμός» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 1949.
Ο πέμπτος τόμος του συγγραφικού πονήματος του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου «Τα πρόσωπα και τα κείμενα» είχε εκδοθεί στην Αθήνα το 1948, ήταν δε επικεντρωμένος στη λυρική ποίηση, στη ζωή και στο έργο των Μιλτιάδη Μαλακάση, Λάμπρου Πορφύρα, Τέλλου Άγρα και Κώστα Καρυωτάκη.
Ο λογοτέχνης, κριτικός και δοκιμιογράφος Τέλλος Άγρας (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευάγγελου Ιωάννου) γεννήθηκε στην Καλαμπάκα το 1899 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 12 Νοεμβρίου 1944.
Ο θάνατός του, στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», προήλθε από σηψαιμία (είχε χτυπηθεί στον αστράγαλο από μια αδέσποτη σφαίρα που προερχόταν από χέρια αλληλοσπαρασσομένων Ελλήνων, κι αυτό είχε συμβεί ένα μήνα νωρίτερα, την ημέρα όπου η Αθήνα κατόρθωνε επιτέλους να αποτινάξει το ναζιστικό ζυγό).