Current track

Title

Artist


Λέξεις άφωνες

Written by on 08/11/2025

Από το efsyn.gr / ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ /Γιώργος Σταματόπουλος / 12.10.2020

Στο μισοσκόταδο βυθίζεται αλλά και «δοξάζεται» το είναι. Μαραίνεται, εξασθενεί η σκέψη – και το μέλλον. Το παρόν χλομιάζει. Κοκκινίζουν τα μήλα. Πευκοβελόνες γράφουν τ’ όνομά σου στα πεσμένα πλατανόφυλλα. Ερημη η ψυχή. Πώς να ζήσει κανείς μέσα στην ερημιά της, τα πέρατα της οποίας έτσι κι αλλιώς ουδείς μπορεί να βρει όποιον δρόμο και να τραβήξει; Λεπίδες φωτός σκίζουν το σκότος. Εφόσον το Σύμπαν αδιαφορεί για το σαρκίο μας, ας αδιαφορήσουμε με τη σειρά μας για τη δική του ύπαρξη. «Δεν ανήκουμε εμείς στο Σύμπαν – το Σύμπαν ανήκει σε εμάς», μου έλεγες. Στριφογυρνάει στους νευρώνες η τρέλα, στο ημίφως του νου.
Κόπασε ο σπαραγμός, η λύπη απλώνεται. Σιωπή πάντα. Πρέπει λοιπόν να βρούμε τις λέξεις εκείνες που δηλώνουν την Απουσία, αλλά ποιες, πού, πότε; Οι λέξεις δεν έλκουν πια, κατάντησαν κενές, άνοστες, τρομαχτικές, ξένες, ανορχηστικές, αγέλαστες, εφιαλτικές, δύσκολες, πικρές· πικρές, ναι… Στερούνται οι λέξεις συλλαβών που γελούν, συμφώνων που δακρύζουν, φωνηέντων που χορεύουν – μισιούνται πλέον μεταξύ τους οι λέξεις. Εχουν ακόμη περιεχόμενο αλλά τι το κάνουν; Εχουν φύγει από μέσα τους η σημασία, το νόημα, το φτερούγισμα, το αστροποβόλημα. Οταν υπάρχουν οι λέξεις απουσιάζουν οι άνθρωποι και τα πράγματα, μου έλεγες – και γελούσες.
Για δες, η μια λέξη μισεί την άλλη, οπισθοχωρεί η καθεμιά αντικρίζοντας το τερατώδες προσωπείο της άλλης. Λέξεις-τέρατα μας επιτίθενται – είναι μια άγρια εισβολή, βάρβαρη. Απέσβετο και το αίνιγμα των λέξεων. Αθυμες λέξεις, άνευρες, άχυμες, αιμορροούσες, άκαμπτες, άφωνες. Αφωνες! Για ποια λογική να μιλήσει κανείς με τέτοιες λέξεις; Φωτιά μόνο μπορούν να είναι οι λέξεις πλέον – και εάν τις συναντήσει κανείς.
Αργά γίνεται συνειδητό -και είναι κεραυνοβόλο- ότι βαδίζει το είδος πάνω από μια άβυσσο που την κρύβει ο εύθραυστος φλοιός της γης. Οταν το αδιανόητο ή η τύχη ή η μοίρα σπάσουν τούτον τον φλοιό, η ζωή μεταμορφώνεται· γίνεται τέρας φριχτό, η άβυσσος ανέρχεται στην επιφάνεια, στην καθημερινότητα, τρομοκρατεί, εισβάλλει στον ψυχικό και νοητικό κόσμο, διασπά την έως τούδε φυσική ροή της ύπαρξης. Ο κόσμος αλλάζει, άλλαξε, το σώμα τρέμει. Ηχοι και εικόνες παύουν – ισχναίνουν όραση και ακοή. Θολή λύπη. Κουράστηκαν οι λέξεις και ντρέπονται.
Αδύνατον να ολοκληρωθεί μια σκέψη. Εχει αποκτήσει βαθιές ρίζες ο πόνος [ο χρόνος] της απουσίας και δεν επιτρέπει τέτοιες πολυτέλειες [πολυτέλειες!]. Σπάνια υποχωρεί ο πυρετός, το τρέμουλο, η ανατριχίλα. Αρχίλοχος: «Τίποτε μην πεις πως είναι αδύνατον, μην πάρεις όρκο πως δεν γίνεται – χρημάτων δ’ άελπτον ουδέν έστιν, ουδ’ απώμοτον». Θυμάμαι και τούτο: «Οχι μόνο να χορεύουν πρέπει να ξέρουν οι θεοί, πρέπει και να χαμογελάνε, να οσφραίνονται νυχτολούλουδα, να κολυμπάνε στον μούστο – ταπεινοί έτσι και αείζωοι, εάν θέλουν να είναι θεοί, άλλως να παραμείνουν στην ανυπαρξία τους». Επίσης: «Οταν δεν λάμπουν τα αρχαία αγάλματα πικραίνονται οι ψυχές των ανθρώπων, όσων εξακολουθούν να θεωρούν εαυτούς ανθρώπους».
ΥΓ. Μεθαύριο, Δευτέρα, κλείνουν τέσσερα χρόνια από τον χαμό της [ωκύμορης] κόρης. Τα ως άνω είναι αποσπάσματα από υπό έκδοσιν βιβλιαράκι.