Η 28η Οκτωβρίου και η τεμαχισμένη μνήμη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου
Written by v.psychogios on 28/10/2024
Ο πρώτος πανηγυρικός εορτασμός της επετείου («Ριζοσπάστης», 29.10.1944)
Από το efsyn.gr / Μενέλαος Χαραλαμπίδης* / 10.23
Η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που γιορτάζει την έναρξη και όχι τη λήξη του πολέμου ● Αυτό συμβαίνει επειδή είναι η μόνη που κατόρθωσε να νικήσει τον εισβολέα, αλλά και η μόνη που παραβλέπει την περίοδο της Κατοχής, αφού από το 1945 και μετά νομιμοποιήθηκαν οι δυνάμεις που συνεργάστηκαν ανοιχτά με τον κατακτητή και ετέθη σε σκληρή παρανομία ό,τι σχετιζόταν με την ΕΑΜική Αντίσταση ● Το 1945 όλες οι αναφορές των επισήμων επικεντρώθηκαν αποκλειστικά και μόνο στο αλβανικό μέτωπο και τον αγώνα του ελληνικού στρατού και της ηγεσίας του. Στο διάγγελμα του αντιβασιλέα και στον λόγο του προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών δεν υπήρχε καμία αναφορά στα χρόνια της Κατοχής ή στο αντιστασιακό κίνημα.
Γιατί η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που γιορτάζει την έναρξη και όχι τη λήξη του πολέμου; Αυτό το ερώτημα διατυπώνεται όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια. Σχετίζεται με τον εορτασμό της εισόδου της Ελλάδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στις 28 Οκτωβρίου 1940, και τον μη εορτασμό της εξόδου της από αυτόν στη συμβολική ημερομηνία της απελευθέρωσης της Αθήνας, στις 12 Οκτωβρίου 1944.
Η απάντηση στο πρώτο σκέλος του ερωτήματος είναι απλή: η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που γιορτάζει την έναρξη του πολέμου γιατί ο ελληνικός στρατός ήταν ο μοναδικός που κατάφερε να νικήσει τους εισβολείς. Ολες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κατακτήθηκαν από τις δυνάμεις του Αξονα μετά από σύντομες πολεμικές επιχειρήσεις. Αν δεν νικούσε ο ελληνικός στρατός στο αλβανικό μέτωπο, δεν θα υπήρχε η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου. Δεν θα υπήρχε λόγος για να γιορτάζουμε την έναρξη του πολέμου.
Το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος είναι πιο σύνθετο και η απάντησή του σχετίζεται με μια άλλη ελληνική «ιδιαιτερότητα»: η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που δεν γιορτάζει την απελευθέρωσή της, γιατί μόνο στη δική της περίπτωση η απελευθέρωση συνδέθηκε με την έναρξη μιας εμφύλιας σύγκρουσης (Δεκεμβριανά) που εξελίχθηκε σε ανοιχτό εμφύλιο πόλεμο.
Η Ελλάδα εισήλθε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στις 28 Οκτωβρίου 1940 μετά την ιταλική εισβολή από τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Στις 6 Απριλίου 1941 σημειώθηκε η εισβολή του γερμανικού στρατού από τα βόρεια σύνορα της χώρας. Οι πολεμικές επιχειρήσεις έληξαν τον Μάιο του 1941 με την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς. Ακολούθησε η περίοδος της Κατοχής, η οποία έληξε με την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων τον Οκτώβριο του 1944 από την ηπειρωτική Ελλάδα.
Η επίσημη επέτειος, μέσω της οποίας μνημονεύεται η συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο, είναι η 28η Οκτωβρίου. Ομως η επέτειος αυτή δεν καλύπτει τον συνολικό χρόνο εμπλοκής της χώρας στον πόλεμο (Οκτώβριος 1940-Οκτώβριος 1944). Περιορίζεται στις νικηφόρες επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού στο αλβανικό μέτωπο (Οκτώβριος 1940-Μάρτιος 1941) και αφήνει εκτός αφηγήματος την περίοδο της Κατοχής (Μάιος 1941-Οκτώβριος 1944).
Από το 1941
Θα μπορούσαμε λοιπόν να διατυπώσουμε διαφορετικά το παραπάνω ερώτημα. Γιατί στην Ελλάδα η επίσημη μνήμη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, όπως αποτυπώνεται στον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου, δεν συμπεριλαμβάνει και την περίοδο της Κατοχής και της απελευθέρωσης, γεγονός που την καθιστά τη μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που γιορτάζει την έναρξη, αλλά όχι τη λήξη του πολέμου;
Σε αντίθεση με την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου, η οποία θεσμοθετήθηκε αρκετά χρόνια μετά το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης «από τα πάνω», με απόφαση της πολιτικής ηγεσίας, η εθνική επέτειος της 28ης Οκτωβρίου καθιερώθηκε άμεσα, ήδη από το 1941, «από τα κάτω», από τον ίδιο τον ελληνικό λαό ως πράξη αντίστασης. Συνεπώς είναι σημαντικό να εξετάσουμε το νόημα που είχε η επέτειος στα πρώτα χρόνια του ανεπίσημου εορτασμού της.
Την περίοδο της Κατοχής η 28η Οκτωβρίου γινόταν αντιληπτή ως η αφετηρία του αγώνα κατά του φασισμού, τον οποίο ξεκίνησε ο ελληνικός στρατός στα αλβανικά βουνά (1940-1941) και συνέχιζε το ελληνικό αντιστασιακό κίνημα στην κατεχόμενη χώρα (1941-1944). Η επέτειος γιορταζόταν ως αντιστασιακή ενέργεια με διαδηλώσεις, απεργίες, κείμενα στον παράνομο αντιστασιακό Τύπο και συγκρούσεις με τις δυνάμεις κατοχής. Το συνεχές μεταξύ αλβανικού μετώπου και Αντίστασης καταγράφεται σε πολλές πηγές της περιόδου.
Στον παράνομο εορτασμό του 1942 η εφημερίδα της αντιστασιακής οργάνωσης ΠΕΑΝ τόνιζε ότι «οι χιλιάδες των Ελλήνων που ξεχύθηκαν απ’ το πρωί στους δρόμους […] ξαναζωντάνεψαν στη μνήμη μας την υπέροχη εικόνα που παρουσίαζε η Αθήνα στις 28 Οκτωβρίου 1940, όταν όλοι μας, αυθόρμητα, αποφασιστικά, μπήκαμε στον αγώνα που από τότε συνεχίζουμε αδιάκοπα […]» (1).
Στο πλαίσιο του εορτασμού του 1943 ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ ανέφερε σε ραδιοφωνικό διάγγελμα ότι «δεν θα λησμονηθούν αι νίκαι του στρατού μας στην Ηπειρο και στην Αλβανίαν, στην Μακεδονίαν και στην Κρήτη. […] Και δεν θα κινδυνεύση από την λήθη το έπος της μυστικής στρατιάς που πολεμά νυχθημερόν υπό την τρομοκρατίαν του εχθρού εις τα πόλεις μας, μηδέ η ηρωική δράσις των Εθνικών Ομάδων μας εις τα ελεύθερα βουνά» (2).
Το συνεχές μεταξύ Μετώπου και Αντίστασης είχε και ξεκάθαρες πρακτικές συνδέσεις. Η πλειοψηφία των πρώτων ανταρτών που στελέχωσαν τους ένοπλους σχηματισμούς του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ ήταν πρώην στρατιώτες και αξιωματικοί που είχαν πολεμήσει στο αλβανικό μέτωπο.
Πολλά από τα όπλα που χρησιμοποίησαν οι πρώτες ανταρτικές ομάδες ήταν αυτά που είχαν κρύψει Ελληνες στρατιώτες μετά την κατάρρευση του αλβανικού μετώπου. Τέλος, οι ανάπηροι του αλβανικού μετώπου πρωτοστάτησαν στο αντιστασιακό κίνημα συνδέοντας συμβολικά και έμπρακτα τον αγώνα του Μετώπου με αυτόν της Αντίστασης.
Αμέσως μετά την απελευθέρωση, στις 24 Οκτωβρίου 1944, εκδόθηκε βασιλικό διάταγμα το οποίο όριζε την 28η Οκτωβρίου ως «ημέρα Εθνικού Εορτασμού» της επετείου «της Αντιστάσεως του Εθνους εις την Ιταλικήν Επίθεσιν και της συμμετοχής του εις το Συμμαχικόν μέτωπον της Ελευθερίας» (3).
Συνεπώς η θεσμική αναγνώριση της 28ης Οκτωβρίου συγκροτούσε έναν ενιαίο τόπο μνήμης για την περίοδο 1940-1944 με την αναφορά στα δύο σκέλη της «Αντίστασης του Εθνους» κατά της ιταλικής επίθεσης (1940-1941) και κατά των δυνάμεων του Αξονα μέσω της συμμετοχής στο συμμαχικό μέτωπο (1941-1944).
Ο πρώτος εορτασμός της εθνικής πλέον επετείου στις 28 Οκτωβρίου 1944 χαρακτηρίστηκε από τον κεντρικό ρόλο που είχε σε αυτόν το ελληνικό αντιστασιακό κίνημα. Αντιπροσωπείες αντιστασιακών οργανώσεων έλαβαν μέρος στην τελετή, ένοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ απέδωσαν τιμές έξω από τη Μητρόπολη Αθηνών κατά τη διάρκεια της δοξολογίας και στη συνέχεια παρέλασαν μπροστά από το Μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη μαζί με τμήματα του Ναυτικού και των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων της Μέσης Ανατολής (4).
Εναν χρόνο μετά η εικόνα άλλαξε πλήρως. Το 1945 στους φορείς που συμμετείχαν στον επίσημο εορτασμό διακρίνουμε νομάρχες, πρυτάνεις, αξιωματικούς των σωμάτων ασφαλείας και του στρατού, αλλά όχι αντιστασιακούς. Στον εορτασμό του 1945 δεν συμμετείχε καμία αντιστασιακή οργάνωση. Οι γιορτές που οργάνωσε το ΕΑΜ στις συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά χαρακτηρίστηκαν παράνομες και διαλύθηκαν βίαια από την αστυνομία ή τους άντρες της φιλοβασιλικής οργάνωσης Χ (5).
Ο δεύτερος εορτασμός με τον αποκλεισμό των αντιστασιακών και την άσκηση βίας στις γιορτές που οργάνωσε το ΕΑΜ («Ριζοσπάστης», 30.10.1945)
Μπορεί τα σώματα ασφαλείας να απουσίαζαν από τον εορτασμό του 1944 λόγω της εκτεταμένης συνεργασίας, ιδιαίτερα της Χωροφυλακής, με τον κατακτητή, όμως στον εορτασμό του 1945 είχαν κεντρική παρουσία παρελαύνοντας μπροστά από το Μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη. Με άλλα λόγια, το 1945 οι φορείς που έφεραν το στίγμα της συνεργασίας με τον κατακτητή είχαν νομιμοποιηθεί και συμμετείχαν στον εορτασμό της επετείου, ενώ η Αντίσταση, τουλάχιστον η ΕΑΜική, είχε καταστεί παράνομη και είχε αποκλειστεί από αυτόν.
Εκτός από το τελετουργικό, το 1945 σημειώθηκε και μία σημαντική αλλαγή στο περιεχόμενο του αφηγήματος για την επέτειο η οποία διατηρείται μέχρι σήμερα. Ολες οι αναφορές των επισήμων επικεντρώθηκαν αποκλειστικά και μόνο στο αλβανικό μέτωπο και τον αγώνα του ελληνικού στρατού και της ηγεσίας του. Στο διάγγελμα του αντιβασιλέα και στον λόγο του προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών δεν υπήρχε καμία αναφορά στα χρόνια της Κατοχής ή στο αντιστασιακό κίνημα.
Το γεγονός που είχε μεσολαβήσει και προκάλεσε αυτή τη σημαντική διαφοροποίηση ήταν τα Δεκεμβριανά. Η αποχώρηση του ΕΑΜ από την κυβέρνηση, η στρατιωτική ήττα και ο αποκλεισμός του κύριου φορέα της αντιστασιακής μνήμης από την κεντρική πολιτική σκηνή άλλαξαν το αφήγημα και συνεπώς το νόημα της επετείου με την αφαίρεση κάθε αναφοράς στην Αντίσταση και γενικότερα στην κατοχική περίοδο.
Το επίσημο αφήγημα
Αυτό συνέβη διότι ο αντιστασιακός αγώνας της περιόδου 1941-1944 αποτελούσε προνομιακό πεδίο για το ΕΑΜ. Μέσα από αυτόν αντλούσε την πολιτική του ισχύ και νομιμοποίηση. Αντίθετα, για τους νικητές των Δεκεμβριανών η διαχείριση του κατοχικού παρελθόντος ήταν ιδιαίτερα προβληματική.
Ενα τμήμα τους συνεργάστηκε άμεσα ή έμμεσα με τον κατακτητή, ένα άλλο έμεινε αδρανές στην Ελλάδα ή βρισκόταν στο εξωτερικό και άρα απουσίασε από την Αντίσταση και, τέλος, ένα μικρό τμήμα είχε ενεργή αντιστασιακή δράση. Με άλλα λόγια, ενώ το ΕΑΜ ταυτιζόταν απόλυτα με την έννοια της Αντίστασης, οι νικητές των Δεκεμβριανών δεν «έβλεπαν» τον εαυτό τους σε αυτήν.
Μετά τα Δεκεμβριανά η ΕΑΜική εκδοχή του παρελθόντος βρέθηκε εκτός επίσημου αφηγήματος. Το επίσημο αφήγημα για το παρελθόν, όπως αρθρώνεται στις επετείους, συγκροτείται με πολιτικά και όχι με επιστημονικά κριτήρια. Επιλέγει και προβάλλει στοιχεία του παρελθόντος που είναι κατάλληλα για την τόνωση της εθνικής ταυτότητας και αποσιωπεί άλλα που δεν εξυπηρετούν αυτόν τον στόχο.
Συνεπώς οι επέτειοι μας μαθαίνουν την Ιστορία με έναν επιλεκτικό τρόπο. Μέσα σε αυτή τη λογική η διαδικασία μορφοποίησης του περιεχομένου της επετείου της 28ης Οκτωβρίου δημιούργησε μια σημαντική νοηματική τομή, η οποία τεμάχισε τον ενιαίο χρόνο της εμπλοκής της χώρας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1940-1944).
Η αφαίρεση της Κατοχής και της Αντίστασης από τον εορτασμό, περίοδοι που περιλαμβάνονταν στο βασιλικό διάταγμα με το οποίο θεσμοθετήθηκε η 28η Οκτωβρίου ως εθνική επέτειος, παγιώθηκε τα επόμενα χρόνια και σήμερα η σύνδεση της επετείου μόνο με τον ελληνοϊταλικό πόλεμο μας φαίνεται δεδομένη.
Ετσι στις μέρες μας όταν αναφερόμαστε στην 28η Οκτωβρίου, το μυαλό μας πάει στον αγώνα του ελληνικού στρατού στα αλβανικά βουνά, στις γυναίκες της Πίνδου, στο «ΟΧΙ» του ελληνικού λαού ή του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, στη σατιρική απόδοση των Ιταλών, αλλά όχι στα πρωτόγνωρα δεινά που υπέφερε ο ελληνικός λαός κατά τη διάρκεια της Κατοχής και στον τεράστιο αντιστασιακό αγώνα του. Με αυτόν τον τρόπο καθιερώθηκε να γιορτάζουμε «λάθος» την 28η Οκτωβρίου.
* Δρ Σύγχρονης Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών
1. «Δόξα», αρ. 12/Νοέμβριος 1942 (έμφαση δική μου).
2. «Φως», 28 Οκτωβρίου 1943.
3. ΦΕΚ 4/24-10-1944/τεύχος Α’.
4. «Ελευθερία», 29 Οκτωβρίου 1944.
5. Στο ίδιο.
● Για μια συνολικότερη διαπραγμάτευση του θέματος, Μενέλαος Χαραλαμπίδης, «Η επίσημη μνήμη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ελλάδα και ο ρόλος της δημόσιας ιστορίας», στο Χάρης Αθανασιάδης και Πολυμέρης Βόγλης (επιμ.), Εθνικές επέτειοι. Μορφές διαχείρισης της μνήμης και της ιστορίας, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 2023, σ. 129-150.