Η ναυτική τραγωδία που έγινε τραγούδι
Γραμμένο απόv.psychogiosεπί 01/08/2024
Το «Υδρα» σε φωτογραφία στην εφημερίδα «Ακρόπολις» φ. 3.8.1937
Από το efsyn.gr / ΝΗΣΙΔΕΣ / Σταύρος Μαλαγκονιάρης / 19-20.08.23
Για την τραγωδία ο Κώστας Ρούκουνας έγραψε το τραγούδι με τίτλο «Οι αδικοπνιγμένοι».
Μια αυγουστιάτικη νύχτα του 1937 συγκλονίστηκε ο Πειραιάς από σπαραχτικές κραυγές και κλάματα που ακούγονταν από τη θάλασσα, λίγα μέτρα μακριά από την ακτή της Πειραϊκής, κοντά στην έξοδο του λιμανιού.
Ανδρες, γυναίκες και μικρά παιδιά, που επέστρεφαν τραγουδώντας από εκδρομή στην Αίγινα με το πετρελαιοκίνητο ιστιοφόρο «Ανάστασις», εκλιπαρούσαν για τη σωτηρία τους, καθώς βρέθηκαν στο νερό μετά τη σύγκρουση του τρεχαντηριού με το ατμόπλοιο «Υδρα». Η ναυτική τραγωδία, στην οποία έχασαν τη ζωή του σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση περισσότερα από 25 άτομα, ανάμεσά τους μικρά παιδιά και ολόκληρες οικογένειες, συγκλόνισε το πανελλήνιο και ενέπνευσε τον φημισμένο ρεμπέτη Κώστα Ρούκουνα να γράψει ένα τραγούδι και να συνθέσει τη μουσική.
Το τραγούδι με τίτλο «Οι αδικοπνιγμένοι» έγινε δίσκος (από την ODEON, με στοιχεία: GA 7048), αλλά φαίνεται ότι εξόργισε τον δικτάτορα Ι. Μεταξά, που ήθελε να ξεχαστεί η τραγωδία και διέταξε την απόσυρση του δίσκου μόλις κυκλοφόρησε.
Ετσι, πριν συμπληρωθεί ένας μήνας από το ναυάγιο και ενώ ακόμα εκβράζονταν πτώματα στην Πειραϊκή, από την Αστυνομία «κατεσχέθησαν αι πλάκες γραμμοφώνων “οι αδικοπνιγμένοι”, αίτινες αναφέρονται εις τας περιστάσεις του ναυαγίου του Σαρωνικού», όπως έγραφε στις 27 Αυγούστου 1937 η πειραϊκή εφημερίδα «Θάρρος».
Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ακρόπολις» μετά την τραγωδία
Το ναυάγιο είχε γίνει το βράδυ της Κυριακής 1η Αυγούστου, περίπου στις 10.30. Τότε το «Ανάστασις», ένα μικρό τρεχαντήρι, τύπου ψαροκάικου, έφτανε στον Πειραιά. Είχε ξεκινήσει λίγο μετά τις 8 το βράδυ από τη Σουβάλα της Αίγινας με κυβερνήτη τον ιδιοκτήτη του, Χαράλαμπο Λεούση, 60 χρόνων, μηχανικό τον 18χρονο γιο του, Θανάση, και ναύτη τον Αντώνη Λυκούρη. Επίσης, επέβαινε η 10χρονη κόρη του κυβερνήτη, Σταματίνα, που έχασε τη ζωή της.
Ο αριθμός των επιβατών ήταν για μέρες αδιευκρίνιστος αλλά τελικά φαίνεται ότι συνολικά επιβάτες και μέλη του πληρώματος ξεπερνούσαν τα 60 άτομα. Το ταξίδι περιγράφεται ευχάριστο, με ήσυχη θάλασσα και πολύ κέφι για τις οικογένειες και τα παιδιά που επέστρεφαν από εκδρομή, μέχρι που φάνηκε να βγαίνει από το λιμάνι του Πειραιά το ατμόπλοιο «Υδρα».
Το «Υδρα», κατασκευασμένο το 1899 στην Τεργέστη, ήταν ένα «διάσημο» πλοίο του Αργοσαρωνικού την περίοδο του Μεσοπολέμου. Το αποκαλούσαν «Υδράκι» καθώς, με μήκος μόλις 46,5 μέτρα και πλάτος περίπου 6,5, ήταν από τα μικρότερα πλοία αλλά με την ταχύτητα των 10 μιλίων που ανέπτυσσε ήταν από τα ταχύτερα της ακτοπλοΐας.
Για πολλά χρόνια το «Υδρα» ανήκε στην εταιρεία του Υδραίου Ιωάννη Λεούση αλλά από το 1933 είχε περάσει στην ιδιοκτησία της Αργολικής Ατμοπλοΐας του Σπετσιώτη Κ.Ε. Πετσαλή. Τον επόμενο χρόνο από το δυστύχημα περιήλθε στον Υδραίο Παναγ. Πρωτοπαπά, για να βυθιστεί τελικά το 1941 στον κόλπο της Ελευσίνας σε βομβαρδισμό γερμανικών αεροπλάνων.
Το μοιραίο βράδυ αναχώρησε περίπου στις 10, με καπετάνιο τον 54χρονο Μόσχο Διαμαντόπουλο και 8μελές πλήρωμα, για το δρομολόγιό του για Λεωνίδιο, με ενδιάμεσους σταθμούς Αίγινα και Σπέτσες. Είχε 23 επιβάτες και φορτίο.
Τα δύο σκάφη διασταυρώθηκαν έξω από το λιμάνι και λόγω λανθασμένων χειρισμών το «Υδρα» εμβόλισε το τρεχαντήρι σε απόσταση περίπου 500 μέτρων από την ακτή, μπροστά από το Παλατάκι. Η σύγκρουση ήταν σφοδρή.
«Ενας τρομερός ήχος συνώδευσε την πρόσκρουσιν και ολόκληρον το τρεχαντήρι κυριολεκτικώς συνεκλονίσθη», περιέγραφαν εφημερίδες της εποχής, που σημείωναν ότι ακολούθησαν «κραυγαί, οιμωγαί, επικλήσεις προς τα άγια, ευφάνταστος πανικός».
Από την πρόσκρουση πολλοί επιβάτες του τρεχαντηριού τινάχτηκαν στη θάλασσα, κάποιοι έπεσαν κάτω και ορισμένοι όρμησαν στο «Υδράκι» για να ανέβουν σε αυτό, όπως έκανε ο διασωθείς 18χρονος γιος του κυβερνήτη.
Μοιραίο λάθος χαρακτηρίστηκε τότε η εντολή του πλοιάρχου του «Υδρα» να κάνει το πλοίο «πίσω ολοταχώς» για να αποκολληθεί από το «Ανάστασις». Οπως είχε γραφτεί, η κίνηση αυτή προκάλεσε δίνη με δυσμενείς συνέπειες για πολλούς που είχαν πέσει στη θάλασσα και επιτάχυνε τη βύθιση του ιστιοφόρου, που χάθηκε σε βάθος 60 μέτρων.
Το τρεχαντήρι «Ανάστασις» μετά την ανέλκυσή του
Συγκλονιστική μορφή ένας άντρας, ονόματι Νίκος Χάλαρης, που ταξίδευε με τον γιο του. Μέσα στη σύγχυση που επικράτησε μετά τη σύγκρουση έχασε το παιδί και δίπλα του βρέθηκε ένα άλλο αγόρι. Νομίζοντας ότι είναι ο γιος του, άρπαξε το αγόρι στην αγκαλιά του και έπεσαν στη θάλασσα, από όπου διασώθηκαν αργότερα από βενζινάκατο του Λιμενικού. Εκεί διαπίστωσε συγκλονισμένος ότι είχε διασώσει ένα άλλο παιδί, τον πεντάχρονο Σπύρο Τσιλιβάκο, του οποίου οι γονείς χάθηκαν στο ναυάγιο, όπως χάθηκε και ο γιος του.
Στην επιχείρηση διάσωσης διακρίθηκε ο Μανώλης Παρλαμάς, ένας Πειραιώτης, ιδιοκτήτης κέντρου κοντά στο Παλατάκι, που ήταν τότε σχεδόν ερημική περιοχή. Οι θαμώνες του άκουσαν πρώτοι τις κραυγές από τη θάλασσα και ο Παρλαμάς παίρνοντας το σκάφος του κέντρου με κυβερνήτη τον Παπανικολάου και τον νεαρό μηχανικό Εμαν. Τοράκη έσπευσαν να προσφέρουν βοήθεια. Διέσωσαν 9 ναυαγούς και περισυνέλεξαν 7 σορούς. Ο Παρλαμάς στα χρόνια της Κατοχής ανέπτυξε μεγάλη αντιστασιακή δράση και εκτελέστηκε από τους ναζί.
Για τις αιτίες της σύγκρουσης υπήρξε διάσταση απόψεων μεταξύ των πραγματογνωμόνων. Κάποιοι έριξαν ευθύνη και στους δύο πλοιάρχους και κάποιοι μόνο στον πλοίαρχο του «Υδρα». Τελικά στη δίκη, που έγινε τον Μάιο του 1938 στο Πλημμελειοδικείο Πειραιά, καταδικάστηκε σε 10μηνη φυλάκιση μόνο ο πλοίαρχος του «Υδρα».
Για την τραγωδία ο Κώστας Ρούκουνας έγραψε το παρακάτω τραγούδι με τίτλο «Οι αδικοπνιγμένοι», του οποίου τα στοιχεία κατέγραψε ο Σπ. Παπαϊωάννου στην έκδοση της δημοτικής παράταξης «Το Λιμάνι της Αγωνίας»: «Ο Πειραιάς και το ρεμπέτικο τραγούδι – Ημερολόγιο 2006».
Δυο καπετάνιοι κάνανε μεγάλη απροσεξία / Και τόσος κόσμος πνίγηκε χωρίς καμιά αιτία
Κοσμάκη δώστε προσοχή ν’ ακούστε τα χαμπάρια, / Απ’ όξω από τον Πειραιά τράκαραν δυο καράβια!
Το ένα η «Ανάστασις», το άλλο το «Υδράκι» / Απέναντι στου Παρλαμά σκορπίσαν το φαρμάκι
Σκεφτείτε τώρα, βρε παιδιά, με κλάματα να κράζουν / Γυναίκες, άντρες και παιδιά «σώστε μας» να φωνάζουν [φωνή: Ε, ρε τι άδικο κακό ήταν αυτό]
Ετσι τους ήτανε γραφτό άδικα να πνιγούνε / Κι όσοι τους περιμένανε στα μαύρα να ντυθούνε [x2].