«Εμείς μεγαλώσαμε στο μαγαζί. Ο γιoς μου γιατί να το κάνει;»
Written by v.psychogios on 11/09/2025
Σύμφωνα με έρευνα του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, για τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων στην πόλη δεν υπάρχει διάδοχη κατάσταση, γι’ αυτό και 32 στους 100 ιδιοκτήτες σκέφτονται το λουκέτο. Μιλούν στην «Κ» επιχειρηματίες και εκπρόσωποι θεσμών
Πηγαίνοντας καθημερινά στο εργαστήριο ζαχαροπλαστικής που κληρονόμησε από τη μητέρα του, ο Γιάννης Μαρίνης αναρωτιέται αν οι κόποι δύο γενεών θα σταματήσουν στον ίδιο. Παρότι η οικογενειακή επιχείρησή που εδρεύει στη δυτική Θεσσαλονίκη συμπληρώνει μισό αιώνα αδιάκοπης λειτουργίας, υπό τη διοίκηση τη δική του και του αδέλφου του, κανένα από τα τρία παιδιά τους δεν έχει εκδηλώσει μέχρι σήμερα ενδιαφέρον να εργαστεί σε αυτή και αργότερα να αναλάβει τα ηνία.
«Εμείς μεγαλώσαμε στο μαγαζί: διαβάζαμε εδώ, τρώγαμε εδώ. Τα πρώτα χρόνια, μάλιστα που δεν υπήρχε οικονομική άνεση, δύο από τα αδέλφια της μητέρας μου κοιμόντουσαν κιόλας μέσα στο ζαχαροπλαστείο. Η κοινωνική μας ζωή κινούνταν γύρω από το μαγαζί και το εργαστήριο. Δυστυχώς, δεν κάναμε το ίδιο με τα παιδιά μας», παρατήρησε, εκφράζοντας τον προβληματισμό του για το μέλλον της δουλειάς του.
Η περίπτωση του κ. Μαρίνη αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του προβλήματος που αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο μέρος των μικρομεσαίων οικογενειακών επιχειρήσεων στη Θεσσαλονίκη.

Ο Γιάννης Μαρίνης, με τη μητέρα του Αλέκα και τον ξάδελφό του έξω από το εργαστήριο ζαχαροπλαστικής. Κάτω ντυμένος μάγειρας στις Αποκριές. Δεξιά, στη ΔΕΘ και με τον ξάδελφό του.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του βαρόμετρου που δημοσίευσε το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (ΒΕΘ), το 63% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν υπάρχει επόμενη γενιά έτοιμη να αναλάβει, ενώ το 32% εξετάζει την πιθανότητα να κλείσει την επιχείρηση. Την ίδια στιγμή, το 38% απάντησε ερωτώμενο για το μέλλον «δεν ξέρω/δεν απαντώ». Η εικόνα που σκιαγραφεί η έρευνα είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, ειδικά δεδομένου ότι μία στις δύο βιοτεχνίες στη Θεσσαλονίκη είναι δεύτερης γενιάς, ενώ η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα εκπροσωπεί το 99,5% των επιχειρήσεων.
Η δική μου γενιά ενστερνιζόταν την ιδέα των γονέων τους ότι δεν πρέπει να χαθεί η επαγγελματική δραστηριότητα που ασκούσε η οικογένεια. Η νέα γενιά δεν πείθεται εύκολα
«Η δική μου γενιά ενστερνιζόταν την ιδέα των γονέων τους ότι δεν πρέπει να χαθεί η επαγγελματική δραστηριότητα που ασκούσε η οικογένεια. Η νέα γενιά δεν πείθεται όμως εύκολα να ακολουθήσει. Η έλλειψη διαδοχής μέσα από τον οικογένεια είναι ένα πρόβλημα που αμβλύνεται όλο και περισσότερο», υπογράμμισε ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου, Μάριος Παπαδόπουλος. Αυτό, συμπεραίνει, είναι εμφανές στην οικονομική δραστηριότητα της πόλης καθώς έχει ως αποτέλεσμα πολλές επιχειρήσεις να κλείνουν. «Το πρώτο εξάμηνο το ισοζύγιο μεταξύ των επιχειρήσεων που ανοίγουν και κλείνουν ήταν αρνητικό», τόνισε.
Βασική αιτία, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι το ότι οι νέες γενιές παρακολουθούν τους γονείς του να εργάζονται πολλές ώρες, χωρίς το προσδοκώμενο οικονομικό αποτέλεσμα.
Γιατί να το κάνει αυτό και να έχει στο μυαλό του 7 υπαλλήλους, 22 ψυγεία και 40 μηχανήματα;
Ο κ. Μαρίνης συμφωνεί απόλυτα. Είναι ακριβώς αυτός ο λόγος για τον οποίο δεν πιέζει τον 23χρονο γιο του, που ολοκληρώνει τις σπουδές του στην Ιστορία, να ακολουθήσει τη δική του πορεία, συνεχίζοντας την οικογενειακή παράδοση. «Πρέπει να την αγαπάς αυτή τη δουλειά για να την κάνεις. Εγώ εργάζομαι 70-90 ώρες την εβδομάδα. Γιατί να το κάνει αυτό και να έχει στο μυαλό του 7 υπαλλήλους, 22 ψυγεία και 40 μηχανήματα;», διερωτήθηκε.
Ο μόνος λόγος που θα σκεφτόταν να τον παροτρύνει προς αυτόν τον δρόμο θα ήταν εφόσον η επιχείρηση έφερνε ικανοποιητικά κέρδη. Αυτό, είπε, όχι μόνο δεν συμβαίνει -ειδικά μετά την οικονομική και ενεργειακή κρίση- αλλά τα έξοδα και οι απαιτήσεις αυξάνονται. Οπως σημείωσε, για να επιβιώσει μια επιχείρηση οφείλει να έχει στιβαρή διαδικτυακή παρουσία και να ακολουθεί τις σύγχρονες τάσεις, όπως η συνεργασία με πλατφόρμες delivery. Παράλληλα, εξέφρασε το παράπονο πως το κράτος δεν υποστηρίζει τη μικρομεσαία επιχιερηματικότητα με τη φορολογική πολιτική που ακολουθεί.
Ο ίδιος γνωρίζει αρκετούς συναδέλφους του που προσπαθούν να πουλήσουν πλέον τα ζαχαροπλαστεία τους εξαιτίας της έλλειψης διαδοχής. Τον μελαγχολεί η ιδέα ότι μπορεί να πρέπει να ακολουθήσει και αυτός τον δρόμο αυτό, καθώς τη δεκαετία του ’70 η μητέρα του, Αλέκα, είχε πάρει την τολμηρή απόφαση να ανοίξει τη δική της επιχείρηση, και οι μνήμες του είναι συνυφασμένες με τον αγώνα και το πείσμα της να κάνει την επιχείρηση να ανθήσει. Οπως λέει όμως, προτάσσει την ευτυχία και την ευημερία του παιδιού του.
«Η διαδοχή από την πρώτη στη δεύτερη γενιά είναι σχετικά εύκολη, από τη δεύτερη όμως στην τρίτη είναι πολύ δύσκολη. Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, αν μια οικογενειακή επιχείρηση περάσει τον σκόπελο της τρίτης διαδοχής με επιτυχία έχει πολλές πιθανότητες να μακροημερεύσει», δήλωσε ο Χρήστος Γεωργίου, γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος, που έχει εκδώσει τρία βιβλία ακριβώς για το θέμα αυτό. Σύμφωνα με τον ίδιο, κάποιοι από τους λόγους που συμβαίνει αυτό είναι τα διαφορετικά αξιακά συστήματα που μπορεί να έχουν τα μέλη της τρίτης γενιάς που θα κληρονομήσουν την επιχείρηση με αποτέλεσμα την πρόκληση ενδοοικογενειακών συγκρούσεων αλλά και το γεγονός ότι η τρίτη γενιά πολλές φορές έχει γαλουχηθεί σε ένα περιβάλλον εξασφαλισμένης οικονομικής κατάστασης και δεν βιώνει την πίεση ανάληψης των ευθυνών διοίκησης μιας επιχείρησης.
Όταν κλείνουν οικογενειακές επιχειρήσεις, χάνεται εισόδημα, τεχνογνωσία, δουλειές σε τοπικό επίπεδο, και προκαλούνται τριγμοί στην κοινωνική συνοχή
Όπως τόνισε, στην Ελλάδα δεν υπάρχει και η κουλτούρα της διαδοχής. Σύμφωνα με τον ίδιο, το κράτος θα έπρεπε να πραγματοποιήσει εκστρατείες ενημέρωσης μέσω των επιμελητηρίων και άλλων επαγγελματικών φορέων ώστε οι ιδιοκτήτες των οικογενειακών επιχειρήσεων να ξεκινούν από νωρίς τη διαδικασία εύρεσης αντικαταστάτη, είτε προέλθει από το οικογενειακό περιβάλλον είτε όχι. «Οταν κλείνουν οικογενειακές επιχειρήσεις, χάνεται εισόδημα, τεχνογνωσία, ενώ υπάρχουν επιπτώσεις και σε τοπικό επίπεδο, καθώς άνθρωποι χάνουν τις δουλειές τους και προκαλούνται τριγμοί στην κοινωνική συνοχή».