Current track

Title

Artist


Είναι οι δεξιοί (περισσότερο) ψεύτες;

Written by on 20/09/2025

Από το info-war.gr / του Άρη Χατζηστεφάνου / Εφημερίδα των Συντακτών

Για τουλάχιστον μία δεκαετία η Δεξιά και η Άκρα Δεξιά στις ΗΠΑ κατήγγελλαν ότι οι μεγάλες πλατφόρμες του διαδικτύου τις λογόκριναν πολύ περισσότερο από τους φιλελεύθερους. Είχαν δίκιο. Υπήρχε όμως συγκεκριμένος λόγος που το έκαναν.
Ο Μπίλι Άντερ είχε μια δουλειά να κάνει. Ως δημιουργός της βραβευμένης με Πούλιτζερ ερευνητικής ομάδας PolitiFact και ένας από τους πρώτους ανθρώπους που ασχολήθηκαν επαγγελματικά με τον έλεγχο γεγονότων (fact checking), έπρεπε να αποκαλύπτει ποιοι Αμερικανοί πολιτικοί προωθούν τις περισσότερες παραποιημένες ειδήσεις. Όταν όμως τον ρώτησαν το 2012 αν λένε περισσότερα ψέματα οι Ρεπουμπλικανοί ή οι Δημοκρατικοί, απάντησε: «Ε, δεν κρατάω και λογαριασμό».
Δώδεκα χρόνια αργότερα, στο βιβλίο του «Beyond the Big Lie» («Πέρα από το μεγάλο ψέμα») αποκάλυψε ότι… ήταν ψεύτης. Για χρόνια γνώριζε ότι οι Ρεπουμπλικανοί πίστευαν και προωθούσαν περισσότερες ψευδείς ειδήσεις και μάλιστα με διαφορά. Ήταν όμως αργά.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 2010 έκανε την εμφάνισή της στις ΗΠΑ μια θεωρία που γρήγορα εξαπλώθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Ακροδεξιοί πολιτικοί, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και πολίτες που κινούνταν από τον χώρο των μετριοπαθών Ρεπουμπλικανών μέχρι τη φασίζουσα Δεξιά, υποστήριζαν ότι οι μεγάλες πλατφόρμες του διαδικτύου ήταν «αριστερές» και μπλόκαραν τις αναρτήσεις τους πολύ συχνότερα από τις θέσεις των «προοδευτικών» φιλελεύθερων. Η σχετική άποψη θύμιζε παλαιότερες θεωρίες συνωμοσίας σύμφωνα με τις οποίες το Χόλιγουντ ελέγχεται (ανάλογα με την εποχή) από Εβραίους, κομμουνιστές, ομοφυλόφιλους κ.ο.κ.
Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ήρθε για δεύτερη φορά στην εξουσία, η θεωρία των «κυνηγημένων δεξιών» αποτέλεσε το ιδεολογικό υπόβαθρο μιας πρωτοφανούς επίθεσης σε κάθε μορφής έλεγχο περιεχομένου σε πλατφόρμες, όπως το Facebook. Σύντομα, μάλιστα, εξελίχτηκε σε πολιτικό πογκρόμ απέναντι σε πανεπιστήμια, μουσεία και βιβλιοθήκες. Σε αυτές τις καταγγελίες απαντούσε ουσιαστικά και ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ, όταν το 2025 έκλεισε το μάτι στον Τραμπ ανακοινώνοντας τον σταδιακό τερματισμό των προγραμμάτων fact checking.
Το παράδοξο είναι ότι οι κάθε λογής ακροδεξιοί και συνωμοσιολόγοι, ίσως για πρώτη φορά στη ζωή τους, είχαν εν μέρει δίκιο. Οι πλατφόρμες πράγματι λογόκριναν τις δικές τους αναρτήσεις σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από αυτές των χρηστών που τοποθετούνταν στο πολιτικό Κέντρο και την Αριστερά. Αυτό συνέβαινε όμως για έναν πολύ απλό λόγο. Γιατί ήταν ψεύτες. Για την ακρίβεια, γιατί προωθούσαν πολύ συχνότερα ειδήσεις χαμηλής αξιοπιστίας, συχνά με επικίνδυνο περιεχόμενο.
Όπως απέδειξε κοινή μελέτη ερευνητών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, του Τεχνολογικού Ινστιτούτου Μασαχουσέτης και του Πανεπιστημίου Κορνέλ, το γεγονός ότι μια τεχνολογική εταιρεία σαν το Twitter ή το Facebook επέβαλλε περισσότερες απαγορεύσεις σε συγκεκριμένη πολιτική ομάδα του πληθυσμού δεν σήμαινε ότι είναι προκατειλημμένη απέναντί της, αν αυτή διακινούσε περισσότερη παραπληροφόρηση.
Έρευνα του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ έδειξε ότι οι «λαϊκιστές της ριζοσπαστικής Δεξιάς χρησιμοποιούν την παραπληροφόρηση σαν εργαλείο για την αποσταθεροποίηση δημοκρατικών καθεστώτων και την επίτευξη των πολιτικών στόχων τους». Η έρευνα εξέτασε τα tweets που ανάρτησαν την περίοδο 2017-2022 όλοι οι βουλευτές σε 26 χώρες, 17 από τις οποίες ήταν μέλη της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Έχοντας στη διάθεσή τους 32 εκατομμύρια tweets από 8.198 πολιτικούς, τα συνέκριναν με βάσεις δεδομένων από υπηρεσίες fact chekers και δημιούργησαν ένα σκορ πραγματικών περιστατικών (factuality score), το οποίο έδειχνε πόσο κοντά στην πραγματικότητα ήταν οι αναρτήσεις κάθε πολιτικού, ανάλογα με την πολιτική του τοποθέτηση.
Η έρευνα έδειξε ότι η Άκρα Δεξιά είχε σχεδόν το μονοπώλιο στην εσκεμμένη διασπορά ψευδών ειδήσεων (disinformation). Οι ερευνητές επισήμαναν επίσης ότι η αποδοχή και η διασπορά ψευδών ειδήσεων δεν σχετίζονται γενικά και αόριστα με μορφές λαϊκισμού και αμφισβήτησης των ελίτ (που απαντούν και στην Αριστερά), αλλά αποτελούν χαρακτηριστικό μόνο του ακροδεξιού λαϊκισμού.
Οι ερμηνείες για αυτό το φαινόμενο είναι πολλές. Αρκετοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι δεν οφείλεται αναγκαστικά σε κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των δεξιών, αλλά στο γεγονός ότι τόσο στο διαδίκτυο όσο και στα ΜΜΕ υπάρχει μεγαλύτερη «προσφορά» δεξιάς παραπληροφόρησης. Ακόμα λοιπόν κι αν δεξιοί και αριστεροί έχουν ως άνθρωποι την ίδια τάση να πιστέψουν και ύστερα να διαδώσουν μια ψευδή πληροφορία, οι πρώτοι εκτίθενται σε περισσότερο υλικό που ικανοποιεί τις προκαταλήψεις τους.
Άλλες θεωρίες υποστήριζαν ότι στην Άκρα Δεξιά έχει επικρατήσει μια «νομιμοποίηση» του ψέματος, το οποίο χρησιμοποιείται συνειδητά σαν μια μορφή αμφισβήτησης του status quo. Το να λες, δηλαδή, ψέματα θεωρείται μια αντικομφορμιστική, σχεδόν επαναστατική πρακτική – ασχέτως αν η Άκρα Δεξιά είναι σε πολλές περιπτώσεις το status quo.
Η αίσθηση πάντως, της τραμπικής Δεξιάς ότι ήταν το θύμα αυξημένης λογοκρισίας και αποκλεισμών στο ίντερνετ αποδεικνύεται ακόμα πιο εξωπραγματική, αν σκεφτεί κανείς ότι σε πολλές περιπτώσεις οι αλγόριθμοι στις μεγάλες πλατφόρμες του διαδικτύου προωθούσαν περισσότερο τις θέσεις της Δεξιάς. Εσωτερική έρευνα που πραγματοποίησε το Twitter το 2021 επιβεβαίωσε ότι ο αλγόριθμος που αποφασίζει ποιες αναρτήσεις θα εμφανίζονται στην αρχική σελίδα που βλέπουν οι χρήστες ήταν… δεξιός. Η έρευνα εξέτασε εκατομμύρια tweets από εκλεγμένους πολιτικούς σε επτά χώρες (Βρετανία, ΗΠΑ, Καναδά, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία και Ιαπωνία) και εκατοντάδες εκατομμύρια δημοσιεύσεις από μέσα ενημέρωσης, όπως το Fox News και οι New York Times. Σε έξι από τις επτά χώρες οι δεξιοί πολιτικοί και τα δεξιά ΜΜΕ προωθήθηκαν περισσότερο από τον αλγόριθμο. Στην ερώτηση γιατί συμβαίνει αυτό, οι ερευνητές του Twitter σήκωσαν τα χέρια ψηλά.