Γιατί οι άνθρωποι πάνε σε λέσχες ανάγνωσης;

Written by on 12/02/2024

Από το kathimerini.gr / Βίβιαν Στεργίου

Γιατί να πάει κανείς σε λέσχες ανάγνωσης; Χρόνια την είχα αυτή την απορία. Ξεπηδούσαν bookclubs σε εμπορικές εταιρείες και κοινότητες. Σε συνοικιακά καφέ-βιβλιοπωλεία και σε χώρους που παραχωρούσαν δήμοι. Σε ιντερνετικά δωμάτια ισχυρών ανθρώπων ή ως παρακολουθήματα κάποιας εκπομπής. Συναντήσεις αναγνωστών εντός κι εκτός κυβερνοχώρου. Διάφοροι που μαζεύονταν να πουν για ένα βιβλίο. Κι αναρωτιόμουν γιατί; Τι κάνει διάφορους περίεργους να μαλώνουν στο Ιντερνετ για τα Μάνγκα; Γιατί να πας Σάββατο απόγευμα στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σου ν’ ακούς άλλες μοναχικές ψυχές (οι αναγνώστες έχουν πάντα κάτι μοναχικό) να λένε, σαν καλοί μαθητές, τι νιώσανε γύρω από ένα βιβλίο;
Ολοι ξέρουμε ότι δύσκολα μπορείς πραγματικά να μιλήσεις με άλλους ανθρώπους για βιβλία. Η εμπειρία συχνά είναι απογοητευτική. Να πεις τι ακριβώς; Πώς ένιωσες; Ποιος θα καταλάβει; Κι αν βρεις κάποιον/α που τα λέτε καλά και τα βρίσκετε σε ό,τι αφορά τα βιβλία, δεν οφείλεις σχεδόν να γίνεις κολλητός/η φίλος/φίλη του; Τι τη θέλετε, σ’ αυτή την περίπτωση, τη λέσχη ανάγνωσης;
Νομίζω ότι οι μαζώξεις με αφορμή ένα βιβλίο καλύπτουν διάφορες ανάγκες που δύσκολα μπορούν πια να καλυφθούν απ’ αλλού. Κατ’ αρχάς, οι αυθόρμητες συζητήσεις με ανθρώπους γίνονται όλο και πιο βαρετές. Σχεδόν νιώθεις ότι παίζεις σε τηλεπαιχνίδι. Εάν για ένα δευτερόλεπτο χάσεις την προσοχή του συνομιλητή σου, εάν τολμήσεις και σιωπήσεις λίγο ή πάψεις για να κοιτάξεις τα δέντρα και τη θέα, θα εμφανιστεί από κάπου ένα κινητό, πάντα υπάρχει ένα κινητό, και πάνε όλα. Πάει η ευκαιρία σου να μοιραστείς τον ενθουσιασμό σου για τους Δαιμονισμένους και το Maniac, πάει το μικρό παράθυρο επικοινωνίας που είχε ανοίξει με τον άλλο άνθρωπο.
Οι λέσχες ανάγνωσης, τουλάχιστον στην οφλάιν εκδοχή, μοιάζουν λίγο και με μαζώξεις καλών μαθητών. Ο/η τελετάρχης έχει λίγο κι έναν ρόλο επιτήρησης κι ελέγχου, και μάλλον τον χρειαζόμαστε. Η δόμηση της συζήτησης την κάνει πιο απολαυστική, ακόμη κι αν είναι μια εντελώς χαλαρή δόμηση, κάπως υπάρχει η αφηρημένη σκέψη πως «μαζευτήκαμε σήμερα εδώ με αφορμή το έργο του Ντοστογιέφσκι». Κι αυτό είναι απλά κουλ. Είναι κάτι πάρα πολύ κουλ.
Μιλώντας με ανθρώπους που τρέχουν τέτοια πράγματα, αισθάνομαι την αλληλεγγύη των «φυτών». Εχει κάτι από όμιλο φοιτητών ή από σέχτα η οργάνωση μιας λέσχης ανάγνωσης, θυμίζει κύκλους επηρεασμού σκέψης και συζητήσεων, στον πυρήνα του καλέσματος είναι η ανάγκη για λίγη παρέα, επικοινωνία και ίσως μερικές ευχάριστες ώρες σ’ ένα ζεστό χώρο (συχνά κάποιο πανέμορφο βιβλιοπωλείο). Οι περισσότεροι από αυτούς το κάνουν στον ελεύθερο χρόνο τους, είναι ώρες επιπλέον δουλειάς δηλαδή – χωρίς στήριξη ή ενίσχυση από κάπου.
Ασχολούνται μ’ αυτό επειδή θέλουν να δημιουργήσουν γύρω τους έναν κύκλο ατόμων που θα συζητάει ελεύθερα για βιβλία. Οχι σαν να τα προωθεί ή να κάνει διαφήμιση. Οχι σαν να επιδιώκει να κάνει δημόσιες σχέσεις ή να επιδειχθεί. Κάπως πιο ήσυχα, πιο συνοικιακά και με περισσότερη ελευθερία. Το σκέφτομαι διαρκώς, αλλά είναι σοβαρό ζήτημα: σε πόσους χώρους πια μπορούμε να μιλάμε χωρίς να καταγραφόμαστε κι άρα χωρίς να χρειάζεται διαρκώς να παίζουμε κάποιο ρόλο ή να εκφραζόμαστε κάπως συγκεκριμένα;
Μιλώντας με αυτούς που πάνε σε λέσχες ανάγνωσης ή τις παρακολουθούν κάπως (για παράδειγμα ελέγχουν τη λίστα με τα προτεινόμενα και προσπαθούν να τη μελετήσουν), αντιλαμβάνομαι πως καλύπτουν διάφορες ανάγκες τους. Πολλοί θέλουν να λογοδοτούν. Να μπουν σ’ ένα πρόγραμμα. Οπως όταν πας γυμναστήριο ή σε κάποιον που σε ρωτάει τι ήπιες και τι έφαγες. Δεν είναι πως δεν ξέρεις πραγματικά πως δύο ώρες με τον Ντοστογιέφσκι είναι καλή δίαιτα, είναι που δεν μπορείς να το τηρήσεις. Εντασσόμενος/η σ’ ένα γκρουπ κάπως μπαίνεις σε μια σειρά. Ως την επόμενη Τρίτη, λες, θα έχω διαβάσει όσο πιο πολύ μπορώ. Αλλοι θέλουν μια καθοδήγηση. Είναι άνθρωποι που δεν έχουν καμιά εμπιστοσύνη στις λίστες με τα προτεινόμενα που βγαίνουν και που δεν θέλουν να ξοδεύουν τον χρόνο τους στα κοινωνικά δίκτυα ψάχνοντας να βγάλουν άκρη σε τι καλό κυκλοφόρησε πρόσφατα. Αηδιασμένοι από την άμεση και έμμεση διαφήμιση και από τα «200 καλύτερα βιβλία για σήμερα», πάνε σε μία λέσχη που κάπως την εμπιστεύονται και το ρίχνουν στο διάβασμα. Φυσικά, όλοι ψάχνουν μια μικρή κοινότητα. Με τα καλά της και τα στραβά της.
Σίγουρα θα δημιουργούνται δυναμικές, όπως σε κάθε ομάδα, και κάποιοι θα βρίσκουν αθεράπευτα πληκτικές τις παρατηρήσεις των άλλων, άλλοι θα επιδεικνύονται, μερικοί μπορεί να ψελίσσουν στη δεύτερη συνάντηση πως κι οι ίδιοι γράφουν κ.λπ. κ.λπ. Ακούγεται διασκεδαστικό. Ετσι όπως έχουν γίνει οι συζητήσεις και η ανάγκη μας για ένα διαρκές περφόρμανς, δεν είναι περίεργο να θέλει κανείς να ξεμπερδεύει με τη μοναξιά του για λίγες ώρες ή να είναι σίγουρος/η πως ό,τι κι αν γίνει έχει τη λέσχη του, τη συνάντησή του, την ορισμένη ώρα, όπου έμμεσα ή άμεσα μπορεί να μιλάει για τον εαυτό του σχολιάζοντας τα λογοτεχνικά έργα. Υπάρχει καλύτερος τρόπος να πασχίσεις για λίγη επικοινωνία; Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Φανερώνεις τόσο πολλά για τον εαυτό σου όταν μιλάς για βιβλία, είναι σχεδόν ξεγυμνωτικό.


Continue reading