Τρέχον κομμάτι

Τίτλος

Καλλιτέχνης

Τρέχουσα παράσταση

Τρέχουσα παράσταση


Έρημα χωριά

Γραμμένο απόεπί 13/02/2024

Από το terrapindus.gr

Η οροσειρά της Πίνδου είναι ένα αχανές σύμπλεγμα εμβληματικών βουνών με διάσπαρτα εκατοντάδες χωριά και εκτείνεται σε μεγάλη έκταση της δυτικής Ελλάδας.
Στα ορεινά της Πίνδου, για αιώνες έζησαν και άφησαν το αποτύπωμα τους εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κάτω από συνθήκες ευήμερες αλλά και δύσκολες, ακόμη και σκοτεινές.
Η δυσκολία της ορεινής διαβίωσης, υπήρξε ρουτίνα και έχτισε την αντοχή των ανθρώπων όπως φρόντισε και το πνεύμα τους, ώστε η αντιξοότητα να μοιάζει με της μοίρας τα γραφόμενα και του Θεού το θέλημα. Έτσι γεννήθηκαν αξίες σε αυτά τα μέρη, μέσα από τις δυσκολίες της καθημερινότητας και την περηφάνια των ανθρώπων που σε συνεργασία με την φύση κατάφερναν να επινοούν πρακτικές που κάποιες χρησιμοποιούμε ακόμη και στις μέρες μας. Σήμερα δυστυχώς συναντούμε τα στοιχεία της λαϊκής παράδοσης μισογκρεμισμένα και τις τελευταίες εικόνες των ορεσίβιων κατοίκων που παλέυουν καθημερινά για την επιβίωση, ξεχασμένοι από την πολιτεία αλλά και από τους ανθρώπους με λιγοστες εξαιρέσεις.
Ποιοί λόγοι οδήγησαν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Πίνδου να αφήσει πίσω το βιός του και τον καθαρό αέρα; Ίσως η απάντηση να μην κρύβεται αποκλειστικά πίσω από κάποιο αναπάντεχο γεγονός λχ. εμφύλιος πόλεμος, σεισμοί του 66` – 67`, παρά οφείλεται στην συστημική της εκάστοτε κυβέρνησης που φρόντισε σταδιακά να αποδυναμώσει την ύπαιθρο, να αδειασουν τα βουνά για να μην λείψουν από τις αναπτυσσόμενες πόλεις τα εργατικά χέρια και κοστίζει ακριβά η συντήρηση τους εκεί στην ερημιά.
Πως το πέτυχαν αυτό; Υπήρξε κάποιο σχέδιο εκκένωσης ή απλά συνέβει σταδιακά με την πάροδο των χρόνων; Προφανώς χρειάζεται αρκετή συζήτηση με αναδρομές στην πρόσφατη ιστορία, την πολιτική σκηνή του περασμένου αιώνα, αλλά και του σήμερα, τις ανάγκες των ανθρώπων κ.α. ώστε να συμπεράνουμε τι συντέλεσε στην εγκατάληψη της υπαίθρου και την πρωτοφανή ερημοποίηση που συναντούμε στις μέρες μας.
Το να γνωρίζουμε τι συντέλεσε μας αρματώνει με γνώση για το μέλλον. Κάποιοι πιστεύουν ότι δεν υπάρχει μέλλον. Πως είναι δυνατόν;
Το δέλεαρ για μια νέα αρχή στην πόλη προφανώς ήταν μεγάλο εκείνα τα δύσκολα χρόνια, όταν ο κόσμος μάθαινε πως η αναβάθμιση του βιοτικού του επιπέδου μπορεί να έλθει μέσα σε ένα καθαρό και ζεστό διαμέρισμα με ρεύμα, αργότερα σε πολυκατοικία με ανσανσέρ, βρίσκοντας δομημένους θεσμούς και παροχές όπως τα τρόφιμα στα ράφια, η 8ώρη εργασία, η δημόσια υγεία, η παιδεία, τα μέσα μαζικής μεταφοράς, η αστυνόμευση, τα κέντρα διασκέδασης, οι τέχνες, οι επιστήμες κ.α. που υπήρχαν πλέον μόνο στις πόλεις κάνοντας τη ζωή εύκολη, με προοπτική αλλά παράλληλα περιορισμένη σε ένα άγνωστο μοτίβο αντίληψης και συμπεριφοράς προς την αναζήτηση της ευτυχίας.
Η αστικοποίηση ωστόσο απορρόφησε σχεδόν όλο τον πληθυσμό των ορεινών περιοχών της χώρας με αποτέλεσμα εδώ και μισό αιώνα πλέον να αντιμετωπίζουμε το φαινόμενο της ερήμωσης αμέριμνα, γεγονός που έχει αρνητικές συνέπειες τόσο για την αποδυναμωμένη ύπαιθρο, όσο και για τα αστικά κέντρα που κατακλύζονται αδιάκοπα από ψυχές που αποζητούν ένα καλύτερο μέλλον. Πλέον το 50% του πληθυσμού της χώρας συγκεντρώθηκε και κατοικεί στο 3% της έκτασης της και αυτό εχει συνέπειες αρνητικές, τι άλλο; Θα μπορούσαμε λοιπόν να προβλέψουμε το μέλλον στα ορεινά χωριά;
Πραγματικά ποιός μπορεί να προστατέψει την κληρονομιά αυτή, όταν τα χωριά μένουν έρημα και δεν υπάρχουν δυναμικές παρουσίες και συλλογικότητα;
Το βιοτικό επίπεδο ολοένα και φθήνει στα χωριά και στις πόλεις, χάνοντας τους καρπούς του πρωτογενή τομέα και τις αξίες που διατήρησε και έθρεφε για αιώνες τους ανθρώπους της Πίνδου, όπως και άλλων περιοχών της χώρας με ορεινή φυσιογνωμία. Υπάρχει βέβαια και η άλλη όψη του νομίσματος για τους οπαδούς της ανάπτυξης και του εκσυγχρονισμού, που πιστεύουν ότι οι φυσικοί πόροι είναι παντού και πάντα διαθέσιμοι και πως τα βουνά είναι ένα ανεξάντλητο πεδίο εκμετάλευσης. Ο σύγχρονος κόσμος όμως δεν χωρά τα παραδοσιακά επαγγέλματα και πρακτικές επιβίωσης, που απαιτούν κόπο, χρόνο και μεράκι, παρόλο που σήμερα έχουμε όλα τα μέσα και θα μπορούσαμε να κάνουμε θαύματα σε συνεργασία με την φύση.
Άραγε δεν συμφέρουν; Αδυνατούμε στην πράξη ή απλά απαξιούμε; Με ποιό γνώμονα λειτουργούμε;
Θα χρειαστεί να απαντήσουμε με ειλικρίνεια σε πολλά ερωτήματα, πριν κάνουμε το επόμενο βήμα σε αυτά τα χώματα. Είναι κρίμα να ακολουθήσουμε το αδιέξοδο μονοπάτι, όταν γνωρίζουμε ότι είναι επικίνδυνο.
Λένε πως το περιβάλλον διαμορφώνει τον άνθρωπο, όμως στην έκταση της οροσειράς πέρα από την σοφία της φύσης, τις τέχνες, τις παραδόσεις και τα καθαρά τοπία, που προίκιζαν κάθε γέννα, οι άνθρωποι έγιναν μέρος αλλά και μάρτυρες τραγικών ιστορικών γεγονότων, λουσμένων με αδικία και σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Δεν τα δημιούργησαν οι ίδιοι, τα υποστήκαν.
Ποιός λοιπόν τους αδικεί αν έγιναν αυστηροι και καχύποπτοι, αν έφυγαν προκειμένου να γλιτώσουν από τον ζυγό του κατακτητή ή του ίδιου τους του πατέρα, τις δύσκολες καιρικές συνθήκες, τον καθημερινό μόχθο κ.ο.κ.; Σήμερα μπορούμε να αναγνωρίζουμε τα καλά και τα άσχημα ως ανάμνηση, αλλά ας μην ξεχνάμε πως η λεβεντιά, το καθαρό οξυγόνο και το γάργαρο νερό υπήρξαν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής, αλλά και η σκληρότητα εξίσου.
Άδειασαν λοιπόν τα χωριά, αλλά γέμισαν οι πόλεις. Οι τελευταίες απογραφές στα χωριά, δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα, οι παραμένοντες της Πίνδου είναι δραματικά λιγότεροι. Με εξαίρεση κάποια κεφαλοχώρια, τα χωριά που βρίσκονται χτισμένα στην έκταση της μεγάλης μας οροσειράς δεν ξεπερνούν κατά μεσο όρο τα 20 άτομα, ενώ πολλά από αυτά διατηρούν λιγότερα από 5 άτομα συνήθως ηλικιωμένους, αλλά και ασθενείς με χρόνια προβλήματα. Ωστόσο υπάρχουν και αυτά που είναι εντελώς άδεια!
Ένα μεγάλο πρόβλημα είναι τα κλειστά σχολεία και η έλλειψη βασικών υποδομών, που υποχρεώνουν αρκετές οικογένειες με μικρά παιδιά να μεταβούν σε άλλες τοποθεσίες, ξεκινώντας με την ψυχή στο στόμα από το μηδέν χωρίς βοήθεια, αφήνοντας τον τόπο και το βιός τους στο έλεος της κατάστασης. Μπορούμε να σκεφτούμε τι σημαίνει για μια τετραμελή οικογένεια που έχει δικό της σπίτι ή φάρμα, η ενοικίαση άλλου σπιτιού σε γειτονικό χωριό ή πόλη και η εύρεση εργασίας για μια νέα αρχή που ποτέ δεν νιώθεις έτοιμος να κάνεις;
Πόσο κοστίζει λοιπόν ο μισθός ενός εκπαιδευτικού; Ένα ανοιχτό σχολείο ακόμη; Πόσο κοστίζει η ζωή μας; Πόσους ακόμη εγχώριους μετανάστες θα χωρέσουν τα αστικά κέντρα; Τι θα τρώνε, όταν η ύπαιθρος δεν παράγει τροφή, αλλά ρεύμα; Κανένας λόγος ανησυχίας, η επιστήμη προβλέπει και φροντίζει γι αυτά πλέον. Τα βλαστοκύτταρα μπορούν να μας θρέψουν.
Αν αντιληθφούμε ποιά βουνά απαρτίζουν την οροσειρά της Πίνδου και τι σημαίνουν για την ισορροπία του οικοσυστήματος. Γιατί είναι τόσο σημαντικό να προστατέψουμε, τις βουνοκορφές, τα ποτάμια και τις βαθιές χαράδρες. Πόσο μεγάλη είναι και πόσα χωριά φιλοξενεί στις κατάφυτες πλαγιές της, ίσως καταλάβουμε το λάθος μας και προλάβουμε να διορθώσουμε κάποια πράγματα.
Η Πίνδος είναι αχανής, όμως έχει αρχή και τέλος ή μάλλον φυσικά όρια.
Βάσει γεωμορφολογίας, η Πίνδος εκτείνεται κατά μήκος της δυτικής Ελλάδας καταλαμβάνοντας εκτάσεις από το ύψος του Γράμου, σύνορο με την Αλβανία μέχρι και τον Κορινθιακό κόλπο, ο οποίος διακόπτει για μερικά χιλιόμετρα την προέκταση του εννιαίου ορεινού συγκροτήματος στο νότο, προτού αναδυθεί από την θάλασσα και συνεχίσει να υψώνεται στο μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου. Πρόκειται για την μεγαλύτερη σε έκταση οροσειρά της χώρας με κοινή γεωλογική φυσιογνωμία, αλλά και διαφορές που διαμορφώνουν την βιοποικιλότητα της.
Ο φυσικός πλούτος της Πίνδου είναι ανεκτίμητης αξίας, όπως ύψιστης σημασίας είναι και τα χρονικά, οι παραδόσεις και η αρχιτεκτονική που διαμόρφωσαν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της.
Μπορούμε να αναλογιστούμε πως βλέπουμε τα βουνά; τα οικοσυστήματα; την ταυτότητα μας σαν λαός;
Η κυβέρνηση δηλώνει με καμάρι ότι η χώρα στοχεύει να γίνει εξαγωγέας ενέργειας και οι περιβαλλοντικές εκπτώσεις άρχισαν εγκρίνοντας σε εταιρίες την εγκατάσταση ανεμογεννητριών στις ράχες των βουνών, φωτοβολταϊκών πάνελς σε λόφους, ημιορεινές πεδιάδες και κάμπους, σε ποταμούς και ρέματα υδροηλεκτρικούς σταθμούς και φράγματα. Το επιχειρηματικό αυτό φαινόμενο είναι μαζικό και προχωρά με γοργό ρυθμό χωρίς ιδιαίτερες διακρίσεις, ενώ κολισιεργεί μόνο εκεί όπου υπάρχουν έντονες αντιδράσεις με ένδικα μέσα. Η καταστρεπτική αυτή ενέργεια σε βάρος του περιβάλλοντος και του πολίτη γίνεται με πρόσχημα την κλιματική εξισορρόπηση και το καθαρό περιβάλλον. Μάλιστα..
Μέσα στο υποσχόμενο για τους λίγους βιομηχανοποιημένο τοπίο, που αναπτύσεται διαρκώς η πολιτεία σκοπεύει να προωθήσει τον “ορεινό τουρισμό” σε αυτά τα χωριά, τα έρημα που άλλοτε βουϊζαν από κόσμο και η αυτάρκεια ήταν κανόνας.
Η τουριστική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια φαίνεται πως είναι μονόδρομος, ακόμη και σε περιοχές που δεν βρίσκεις ούτε σουσάμι πεσμένο στο πάτωμα, καμία συγκοινωνία, φθαρμένους κι επικίνδυνους δρόμους, μνημεία υπό κατάρρευση, ερμητικά κλειστά μονοπάτια και λιγοστούς καβαλάρηδες αγροτικών οχημάτων ή πεζούς με το τουφέκι παραμάσχαλα στην άκρη του δρόμου.
Για να κλείσουμε, ο τουρισμός έρχεται να συμπληρώσει με καλά συστατικά μια περιοχή όταν διατηρεί την ταυτότητα της, μια τυπική κυκλική οικονομία, βασικές υποδομές και πάνω από όλα ξέρει να θέτει τους όρους. Οτιδήποτε άλλο στιγματίζει περιοχές που για πρώτη φορά μετά από αιώνες ερήμωσαν και καλό θα ήταν να υπάρξει σχέδιο ανάκαμψης του πρωτογενή τομέα και όχι εκποίησης.
Τα χωριά ερήμωσαν, παρόλο την επιθυμία νέων ανθρώπων να επιστρέψουν στην επαρχία για να δομήσουν μια αλληλέγγυα κοινωνία, βασισμένη στις παραδόσεις, παράγωντας πλούσια διατροφικά προϊόντα και έναν αγνότερο τρόπο ζωής που θα έβαζε τα θεμέλια για τις επόμενες γενιές. Αυτούς ποιός τους μετρά;
Τι μας επιφυλάσσει λοιπόν το μέλλον μέσα από την απουσία μας ή την αδιάφορη παρουσία μας στα βουνά;
Φιλικά ανήσυχος και δικός σας,
Αποστόλης Τσιμπανάκος