Έξι ολόκληροι μήνες χωρίς
Γραμμένο απόv.psychogiosεπί 04/04/2024
Συμπληρώθηκαν έξι ολόκληροι μήνες, που στα χείλη μου, στο λαιμό μου, στα πνευμόνια μου, στο αίμα μου, στον εγκέφαλο μου και στην ψυχή μου, δεν ακούμπησε μήτε καπνός, μήτε γεύση, μήτε μυρουδιά, μήτε ανίκητη πεθυμιά τσιγάρου.
Θαρρώ πως αν γράψω δέκα αράδες γι’ αυτή μου την προσπάθεια να ξεβρωμίσω το είναι μου και το πεθυμητό μου από τη λέρα της νικοτίνης, της πίσσας και των αδερφάδων τους, μπορεί και να συντράμω έστω έναν άθρωπο που παλεύει να πάρει την απόφαση που επήρα κι εγώ πρίχου έξη μήνες.
Γι’ αυτό γράφω.
Δε λέω πως η απόφαση να κόψει κάποιος το κάπνισμα, είναι δύσκολη.
Πανεύκολη είναι, όπως, άλλωστε, όλες οι αποφάσεις που παίρνονται είτε για να μην υλοποιηθούν καθόλου, είτε για να υλοποιηθούν τόσο όσο χρειάζονται για να φτάσουν στα πόδια αυτού που τις πήρε, ώστε να μπορέσει να τις τσαλαπατήσει.
Δε λέω και πως η υλοποίηση της απόφασης είναι εύκολη.
Μεγάλος ζόρες είναι.
Σαν και όλες τις σωστές απόφάσεις του αθρώπου, που μόνο ζόρες κλουθά την υλοποίηση τους.
Δεν έχει κανένα νόημα να ντακάρω να σας περιγράφω τα όσα ετράβηξα ή δεν ετράβηξα αυτούς τους έξι μήνες.
Γιατί αν το κάμω, μπορεί και ν’ απογοητέψω κάποιους που νομίζουν τον εαυτό τους πιο αδύναμο από την αφεντιά μου ή και να φουντώσω κάποιους άλλους με ψεύτικη σιγουριά για τις ικανότητες τους, που μπορεί να τους στείλει στον γκρεμό της αποτυχίας και της απογοήτευσης.
Αυτό που έχω να πω, είναι το πόσο ο καθένας είναι έντιμος απέναντι στη συνείδηση του.
Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο δεν έχει σημασία στο κόψιμο του τσιγάρου και στην εξαφάνιση της συνήθειας, του εθισμού και της εξάρτησης.
Ο καπνιστής και η ψυχή του μοναχά μπορούνε να πάρουνε μιαν απόφαση, που ξερουνε πως μπορούνε να την τηρήσουνε.
Θαρρώ, λάθος κάνουνε εκείνοι που σέρνονται μέρα και νύχτα στις σελίδες του διαδικτύου, σαν τους χοχλιούς, γυρεύοντας απεγνωσμένα συμβουλές, ξόρκια, συνταγές, μάγια, βοτάνια, φάρμακα και φαρμάκια, υποκατάστατα και υποσκατάστατα για να σταματήσουνε να καπνίζουν.
Το ίδιο λάθος θαρρώ κάνουνε κι εκείνοι που αναγορεύουνε το τσιγάρο σε παντοδύναμο συμπαντάρχη, από τις βουλές του οποίου δε μπορεί να γλυτώσει ο κακομοίρης ο άθρωπος.
Αυτό που κατάλαβα σ’ αυτούς τους έξι μήνες, είναι πως μήτε συμπαντάρχης υπάρχει, μήτε το τσιγάρο είναι ανίκητο, μήτε ο άθρωπος δεν μπορεί να πάψει να ‘ναι νικοτινομανής.
Μοναχά το μυαλό του αθρώπου υπάρχει κι εκεί έχουνε καταφέρει οι χίλιοι διαόλοι (κυρίως τα οικονομικά συμφέροντα, το κράτος που κονομάει τ’ άντερα του από τους καπνιστές, οι φαρμακοβιομήχανοι κι άλλοι κι άλλοι), να του στριμώξουνε όλα εκείνα που μπορούν και τον κάνουν μόνιμο πελάτη τους και άβουλο εξαρτημένο από τον «παράδεισο» των προϊόντων τους.
Κι από κοντά, ο τρόπος που μεγαλώσαμε, με τα πρότυπα που μας επέβαλλαν τα συμφέροντα και οι κάθε λογής εξουσίες, που μας έπεισαν (πρώτον εμένα), πως ο άθρωπος πρέπει να ζει, μοναχά για ένα πράμα, για να καπνίζει.
Γιατί, διαφορετικά, άθρωπος δεν ήτανε.
Πολλά έχω να πω, μα δεν νομίζω πως χρειάζονται άλλα.
Απευθυνόμενος σ’ εκείνος που «το σκέφτονται», να κόψουν το κάπνισμα, ένα λόγο έχω να πω, με το δικαίωμα που μου δίνει η εξάμηνη εθελούσια, «μαχαίρι», άνευ καιμιάς βοήθειας και δίχως να καταφύγω σε υποσκατάστατα, αποχή μου από το κάπνισμα:
Το μόνο που ρώτησα την ψυχή μου ήτανε “πάμε στον πόλεμο για να νικήσουμε ή για να νικηθούμε;”
“Αν περνά από το νου σου η ήττα, πήγαινε μοναχός σου, εγώ δεν σου κλουθώ” μου αποκρίθηκε η ψυχή μου.
Κι έτσι κινήσαμε μαζί.
Μην ακούτε κανέναν και τίποτα.
Ρωτήστε μόνο την ψυχή σας κι ό,τι σας πει, κάμετε.
Γιατί η ψυχή σας δεν πρόκειται να σας προδώσει ποτέ.